Οικονομική πολιτική και οικονομική ανισότητα (Εφημερίδες «Δημοκράτης» και «Χανιώτικη Ελευθεροτυπία»)

Υπάρχει διάχυτη στην κοινωνία η αίσθηση ότι τα τελευταία χρόνια οι φτωχοί γίνονται φτωχότεροι και οι πλούσιοι πλουσιότεροι. Αυτό δεν είναι μόνο μια γενική αίσθηση: Υπάρχουν επιστημονικές οικονομικές μελέτες που καταλήγουν στο ίδιο συμπέρασμα. (βλ. π.χ. ετήσια έκδοση «Τάσεις ? Η ελληνική οικονομία», Φεβρουάριος 2001, Ευαγγέλου Βολουδάκη: «Οικονομική άνοδος και διανομή εισοδήματος»). Μάλιστα με βάση τα στοιχεία της έρευνας, η τάση αυτή ξεκινά το 1985, με το «Πρόγραμμα Σταθεροποίησης» το οποίο ο κ. Σημίτης ως Υπουργός Εθνικής Οικονομίας εκπόνησε. Η αύξηση αυτή της ανισότητας, πέραν του πώς τη βλέπει κανείς πολιτικά και ηθικά, δρα ανασταλτικά και στους μελλοντικούς ρυθμούς ανάπτυξης της χώρας.
Η σύγχρονη οργάνωση της οικονομίας, ως αποτέλεσμα των τεχνολογικών εξελίξεων, από μόνη της επιτείνει την οικονομική ανισότητα. Το κεφάλαιο συγκεντρώνεται σε μεγάλες μονάδες, η εργασία γίνεται όλο και πιο εξειδικευμένη, η πυραμίδα της ιεραρχίας μέσα στις οικονομικές μονάδες γίνεται όλο και πιο αμβλεία : πολύς κόσμος στη βάση, δραστική μείωση των θέσεων στα υψηλώτερα επίπεδα.
Στην Ελλάδα δεν υπάρχουν επαρκείς μηχανισμοί εξισορροπήσεως των τάσεων αυτών. Πρώτον, ο Δημόσιος τομέας εξακολουθεί να σπαταλά πόρους σε μη παραγωγικές χρήσεις. Αυτό, δεδομένων και των δεσμεύσεων που η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ έχει απέναντι σε συμφέροντα συνδεόμενα με το δημόσιο τομέα, δεν επιτρέπει την απελευθέρωση πόρων για άσκηση αποτελεσματικής κοινωνικής πολιτικής. Επιπλέον, το απηρχαιωμένο και άκαμπτο φορολογικό σύστημα δεν επιτρέπει την άντληση πόρων από τις πραγματικές πηγές των εισοδημάτων και καταφεύγει στην εύκολη λύση: Φορολόγηση μισθωτών και συνταξιούχων, και επιβολή εμμέσων φόρων οι οποίοι πλήττουν περισσότερο τα χαμηλά εισοδήματα. Ταυτόχρονα, οι προνομιακές σχέσεις με προμηθευτές του Δημοσίου οι οποίες προκύπτουν μετά την εικοσαετή πρακτικά άσκηση της εξουσίας από το ΠΑΣΟΚ, και η πανθομολογούμενη διαφθορά που κυριαρχεί στο δημόσιο τομέα, αυξάνουν το κόστος λειτουργίας της κρατικής μηχανής και των ΔΕΚΟ, και περιορίζουν ακόμα περισσότερο τους πόρους που θα ήταν διαθέσιμοι για άσκηση κοινωνικής πολιτικής.
Tο θέμα της καταλήστευσης των αποταμιεύσεων μέσω της χρηματιστηριακής φούσκας έχει συζητηθεί εξαντλητικά, και δεν υπάρχει λόγος να αναλυθεί εδώ. Ας το δούμε μόνο από την οπτική γωνία του θέματος αυτού του άρθρου: και σε αυτή την περίπτωση οι πολλοί με τις αποταμιεύσεις τους τροφοδότησαν τους λίγους, ανοιχτά παροτρυνόμενοι από την κυβέρνηση, ακόμα κι από τον πρωθυπουργό τον ίδιο!
Οι θέσεις των κομμάτων ως προς την δικαιότερη διανομή του εισοδήματος δεν έχουν πια να κάνουν με τους παραδοσιακούς διαχωρισμούς κεντροαριστεράς – κεντροδεξιάς. Η Νέα Δημοκρατία έχει ήδη προαναγγείλει ότι στο οικονομικό της πρόγραμμα, το οποίο θα εξαγγελθεί το Σεπτέμβριο, υπάρχει ειδική έμφαση στην προστασία και ενίσχυση των ασθενεστέρων εισοδηματικά στρωμάτων. Ο δημόσιος λόγος του προέδρου και του κόμματος γενικότερα επιβεβαιώνει την τοποθέτηση αυτή. Η Νέα Δημοκρατία προφανώς αντιλαμβάνεται ότι όταν ο μέσος μισθός στην Ελλάδα είναι 57% του μέσου ευρωπαικού, με το κόστος ζωής αντίστοιχα στο 94% του μέσου ευρωπαικού (στοιχεία EUROSTAT), η ενίσχυση της θέσης μισθωτών και συνταξιούχων, άρα και η σχετική αναδιανομή του εισοδήματος, πρέπει να είναι ζήτημα πρώτης προτεραιότητας για την αυριανή κυβέρνηση. Καθώς η Νέα Δημοκρατία δεν έχει τις δεσμεύσεις οι οποίες περιορίζουν τη δυνατότητα δράσεως του ΠΑΣΟΚ, έχει τη δυνατότητα να ασκήσει μια αποτελεσματικότερη αναδιανεμητική πολιτική.