ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΗΝ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ, 7 ΜΑΪΟΥ 2008
ΜΑΝΟΥΣΟΣ ΒΟΛΟΥΔΑΚΗΣ: Ευχαριστώ, κύριε Πρόεδρε.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, το κράτος τα τελευταία χρόνια, και το δικό μας, αλλά και κάθε κράτος, αντιμετωπίζει διαρκώς νέες προκλήσεις και νέα δεδομένα, νέες προκλήσεις οι οποίες θέτουν σε αμφισβήτηση συχνά τα όρια του τι είναι δημόσιο και τι είναι ιδιωτικό ή τα όρια του ρόλου του εθνικού κράτους σε σχέση με αυτό που είναι ο ρόλος των διεθνών οργανισμών ή της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτό σημαίνει ότι είναι αναγκαίο ένα Σύνταγμα να προσαρμόζεται σε αυτά τα νέα δεδομένα, ώστε να μπορεί να εξασφαλίζει νομοθεσία η οποία, με τη σειρά της, θα προάγει την ευημερία των πολιτών, θα εξασφαλίζει τα δικαιώματα των πολιτών, αλλά και θα επιτρέπει στο κράτος να συνεχίσει να εκφράζει και τη συλλογική ταυτότητα των πολιτών.
Στον τόπο μας πολύ συχνά αντιμετωπίζουμε ένα παράδοξο, το οποίο συνεχίζεται και στη συζήτηση για την Αναθεώρηση του Συντάγματος, το παράδοξο κάποιοι να επιμένουν στη λογική του «να μην αλλάξει τίποτα». Είναι παράδοξο, γιατί οι ίδιοι είναι διαρκώς διαμαρτυρόμενοι για πολλά σημεία της πραγματικότητας που ζούμε και πολύ συχνά μπορεί να έχουν και δίκιο. Πώς, όμως, μπορεί κανείς να μην είναι ικανοποιημένος από την πραγματικότητα που ζει και από την άλλη να λέει «μην αλλάξετε τίποτα, αφήστε τα όλα ως έχουν»;
Σε αυτά τα πλαίσια, είναι πράξη μεγίστης ανευθυνότητας η απουσία αυτές τις ημέρα από τη Βουλή του κόμματος της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης. Δεν θα επιμείνω σε αυτό, γιατί ικανότεροι και εμπειρότεροι εμού ομιλητές έχουν αναφερθεί, θα ήθελα όμως να προχωρήσω μόνο στην ουσία αυτών που θεωρώ τα σημαντικότερα σημεία της διαδικασίας που έχουμε μπροστά μας.
Με τη λογική του «μην αλλάξετε τίποτα» έρχεται και το εξής παράδοξο, κάποιοι να παρουσιάζουν ως προοδευτική πολιτική έναν ακραίο συντηρητισμό. Δεν υπάρχει πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, αυτής της στάσης από αυτά τα οποία συμβαίνουν στο διάλογο γύρω από το ζήτημα της Αναθεώρησης του άρθρου 16 για την ανώτατη δημόσια παιδεία και του άρθρου 24 για τα δάση. Αυτήν τη στιγμή η χώρα μας, σε σχέση με το ζήτημα της ανώτατης παιδείας, αποτελεί μία παγκόσμια πρωτοτυπία. Τουλάχιστον στις χώρες που όλοι γνωρίζουμε και παρακολουθούμε δεν υπάρχει καμιά στην οποία η ανώτατη παιδεία να είναι υπόθεση αυστηρά και μόνον του κράτους. Κάποιοι, πιθανώς, θεωρούν ότι εμείς έχουμε πετύχει περισσότερο απ’ ό,τι τα άλλα κράτη της Ευρώπη και του μεγαλύτερου μέρους του κόσμου σε αυτόν τον τομέα και είναι τόσο ικανοποιημένοι που δεν θέλουν να αλλάξει τίποτα. Δεν μπορώ να το πιστέψω αυτό, γιατί όλοι -και ορθώς- διαμαρτυρόμαστε για πολλές ελλείψεις της παιδείας μας, με χαρακτηριστικό φαινόμενο τον εξαναγκασμό πολλών νέων παιδιών να φεύγουν από τη χώρα, για να σπουδάσουν σε πανεπιστήμια του εξωτερικού ή ακόμα τον εξαναγκασμό πολλών παιδιών, τελειώνοντας το σχολείο, να πάνε να φοιτήσουν σε κάποια εργαστήρια ελευθέρων σπουδών με όρους και προϋποθέσεις, οι οποίες δεν είναι ξεκάθαρα καθορισμένες και δεν δίνουν τα εχέγγυα μίας πραγματικά ανώτατης παιδείας. Γι’ αυτό πιστεύουμε ότι το άρθρο 16 πρέπει να αναθεωρηθεί, ώστε να επιτρέπει και σε μη κρατικά μη κερδοσκοπικά, βέβαια, ιδρύματα να ιδρύουν ανώτατες σχολές στον τόπο μας.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, μου προκαλεί κατάπληξη το γεγονός ότι άκουσα χθες τον Πρόεδρο της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥ.ΡΙΖ.Α., τον κ. Αλαβάνο, να επιχαίρει, γιατί με την πολιτική της η Αριστερά, κατά την άποψή του, εξανάγκασε το ΠΑ.ΣΟ.Κ. να μην είναι σήμερα εδώ ακριβώς λόγω του άρθρου 16. Τι λέει, δηλαδή, ο κ. Αλαβάνος; Λέει ότι το ΠΑ.ΣΟ.Κ. αντιμετώπισε σύγχυση γύρω από το ζήτημα του άρθρου 16 -σύγχυση που όλοι είδαμε, όταν ξεκίνησε, λέγοντας να αναθεωρηθεί, μετά λόγω εσωκομματικών προβλημάτων είπαν να μην αναθεωρηθεί και τελικά απέχουν από την Αίθουσα, για να μην φανεί η σύγχυση- και επιχαίρει, γιατί με τις διαμαρτυρίες στο δρόμο τους εξανάγκασαν να δείξουν αυτήν τη σύγχυσή τους και να απέχουν από τη συζήτηση.
Ο ίδιος ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. είναι εδώ βέβαια. Αυτό τι σημαίνει; Σημαίνει ότι θέλει να ακουστεί μόνο η δική του άποψη και όχι η άποψη των άλλων; Δεν θέλω να το πιστέψω, όπως γενικότερα δεν θέλω να πιστέψω ότι κάποιοι θεωρούν συνεισφορά στην πολιτική ζωή την αποχή από τον πολιτικό διάλογο.
Μια αντίστοιχη κατάσταση όπου ακραίος συντηρητισμός εκφράζεται σαν προοδευτική πολιτική αλλά και όπου το άσπρο παρουσιάζεται σαν μαύρο, είναι το ζήτημα της αναθεώρησης του άρθρου 24 που αφορά την προστασία του δασικού πλούτου της χώρας.
Είναι κανείς απόλυτα ικανοποιημένος από την προστασία των δασών τις τελευταίες δεκαετίες στη χώρα μας; Πιστεύω πως όχι. Αυτό τι σημαίνει; Σημαίνει ότι κάτι πρέπει να αλλάξουμε. Και ποιες είναι οι αλλαγές που επέρχονται με την πρόταση της Νέας Δημοκρατίας; Ουσιαστικά είναι δύο πράγματα. Το ένα είναι ότι ορίζεται ότι αφετηρία από την οποία μπορεί να συγκρίνεται αν κάτι είναι δάσος ή δασική έκταση ή όχι, είναι η 1.1.1961. Αφαιρείται δηλαδή η ασάφεια η οποία επέτρεπε σε πολλές περιπτώσεις περιοχές, όπως ανέφερε και ο Υπουργός πρωτύτερα, όπως οι Αμπελόκηποι της Αθήνας με κάποιες παλιές φωτογραφίες να θεωρούνται σε ορισμένες περιπτώσεις, ως δασική έκταση! Είναι αυτό ρεαλιστική προστασία του δάσους; Δεν πιστεύω. Και αν ήταν, θα είχαμε δει κάποια απτά αποτελέσματα, πρακτικά, μέσα στις τελευταίες δεκαετίες. Ουσιαστικά βάζουμε ένα συγκεκριμένο όριο και κριτήριο με το οποίο μπορεί να κριθεί αν μια περιοχή είναι δασική έκταση ή δάσος ή δεν είναι. Και μόνον όταν κανείς είναι ρεαλιστικός στη νομοθεσία προστασίας οποιουδήποτε αγαθού, μπορεί να είναι αποτελεσματικός. Γιατί, ξέρετε, ότι ένας πολύ ωραίος τρόπος τελικά να καταργήσεις την προστασία οποιουδήποτε αγαθού, είναι να κάνεις τη νομοθεσία της προστασίας του αγαθού τόσο αυστηρή, πιθανώς τόσο συγκεχυμένη στην περίπτωση των δασικών ειδικά, που να μη μπορεί να εφαρμοστεί ποτέ. Και τότε τι έχεις; Τελικά, καταργείς την προστασία του αγαθού.
‘Ένα σημείο το οποίο ανέφερα και στην αρχή της ομιλίας μου και το οποίο έχει ιδιαίτερη σημασία στο σημερινό κόσμο, είναι το πού ορίζουμε τα όρια μεταξύ της δημόσιας σφαίρας και της ιδιωτικής και πολύ πιο συγκεκριμένα μέχρι που η ελευθερία της επιχειρηματικής ανάπτυξης, της επιχειρηματικής οικονομικής δραστηριότητας επιτρέπεται και πού μπορεί να παρεμβαίνει σε άλλα δημόσια αγαθά, να περιορίζει άλλα δημόσια αγαθά, άρα πρέπει να ελεγχθεί.
Τέτοια χαρακτηριστική περίπτωση είναι το άρθρο 14, το άρθρο δηλαδή που θεσπίζει ορισμένους περιορισμούς στην ιδιοκτησία Μέσων Ενημέρωσης, γιατί είναι γνωστό ότι στον τόπο μας έχουμε εδώ και πολλά χρόνια ένα πρόβλημα, ότι δηλαδή πολύ συχνά τα επιχειρηματικά συμφέροντα των εκδοτικών και άλλων επιχειρήσεων Μέσων Επικοινωνίας παρεμβαίνουν σε άλλες σφαίρες της οικονομικής ζωής, ή παρεμβαίνουν στην ίδια τη δημόσια ζωή με τρόπο που οι πολίτες και οι πολιτικοί φορείς θεωρούν απαράδεκτο. Αυτό νομίζω ότι είναι ένας κοινός τόπος.
Στη βάση του υφιστάμενου Συντάγματος ήρθε η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας το 2004 να νομοθετήσει το νόμο για τον βασικό μέτοχο, νόμος που κρίθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση ως αντίθετος με κάποιες άλλες αρχές του Κοινοτικού Δικαίου και γι’ αυτό αναγκαστικά τροποποιήθηκε. Και με κατάπληξη είδαμε πολιτικές δυνάμεις στην Ελλάδα να επιχαίρουν γιατί μια προσπάθεια περιορισμού της υπερβολικής δυνατότητας παρέμβασης των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης στην πολιτική ζωή του τόπου, δεν είχε θετική έκβαση. Εμείς πιστεύουμε ότι εάν δεν είχε θετική έκβαση αυτή η προσπάθεια, πρέπει να ξαναγίνει στη βάση των νέων δεδομένων και με τρόπο που να είναι αποτελεσματικός. Γι’ αυτό πρέπει να αναθεωρηθεί το άρθρο 14 και να εκδοθεί και εκτελεστικός νόμος ο οποίος να θεσπίζει κριτήρια και περιορισμούς τέτοιους που θα αποτρέπουν τα φαινόμενα της διαπλοκής και της συναλλαγής που έχουμε δει στο παρελθόν.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν μας είπε ποτέ μη περιορίσετε την παρέμβαση επιχειρήσεων ή ιδιοκτητών τους στη δημόσια ζωή. Αυτό που μας είπε είναι ότι δεν μπορείτε να παραβιάσετε την ελευθερία της επιχειρηματικής δράσης. Αυτά τα δύο πράγματα δεν είναι απαραιτήτως αντίθετα. Υπάρχει η δυνατότητα να συνδυαστούν. Και αυτό πιστεύω ότι πρέπει να γίνει με έναν εκτελεστικό νόμο στη συνέχεια.
Είμαι, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, υπέρμαχος της ελεύθερης αγοράς, γιατί πιστεύω ότι είναι ο καλύτερος τρόπος να παράγεται ο μεγαλύτερος δυνατός πλούτος για την κοινωνία τον οποίο μετά μια δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση οφείλει να αναδιανέμει για να παράγει δημόσια αγαθά προς χάριν του συνολικού κοινωνικού οφέλους. ‘Οντας υπέρμαχος της ελεύθερης αγοράς, είμαι υπερήφανος γιατί η Νέα Δημοκρατία, η φιλελεύθερη Νέα Δημοκρατία, φέρνει προς αναθεώρηση δύο άρθρα του Συντάγματος με τα οποία παρεμβαίνει στη λειτουργία της ελεύθερης αγοράς προς χάρη άλλων αγαθών τα οποία είναι απαραίτητα για την ορθή λειτουργία του πολιτεύματος.
Μιλώ συγκεκριμένα για την προσθήκη στο άρθρο 22 της αναφοράς στην κοινωνική συνοχή. Ζούμε σε εποχή όπου σε όλο τον κόσμο η εισοδηματική ανισότητα αυξάνεται με τέτοιο ρυθμό που πραγματικά απειλεί τη συνοχή της κοινωνίας, τη βιωσιμότητα του δημοκρατικού πολιτεύματος, τη βιωσιμότητα ακόμα και της ελεύθερης αγοράς. Η Νέα Δημοκρατία έρχεται να βάλει στο Σύνταγμα διάταξη με την οποία οφείλει τελικά η πολιτεία να προστατεύει την κοινωνική συνοχή, να προστατεύει τελικά τους οικονομικά ασθενέστερους.
Αντίστοιχη παρέμβαση ιδιαίτερης σημασίας είναι αυτή που γίνεται με το άρθρο 101. Είναι το άρθρο που επιβάλει ως υποχρέωση της πολιτείας την ενίσχυση των νησιωτικών και ορεινών περιοχών. Και μάλιστα η πολιτική της Νέας Δημοκρατίας είναι σ’ αυτό συνεπής με κινήσεις που έγιναν παλαιότερα. Με πρόταση της Νέας Δημοκρατίας έχει μπει και στη Συνθήκη της Λισσαβόνας, στην οιονεί συνταγματική συνθήκη της Ευρωπαϊκής Ένωσης μία αντίστοιχη ρήτρα. Αυτό έχει πολύ μεγάλη σημασία και για τα νησιά μας και για τις ορεινές περιοχές μας και για ολόκληρη τη χώρα, γιατί όπως είναι σήμερα τα πράγματα ειδικά στις συνθήκες της ενεργειακής κρίσης της οποίας την κατάληξη δεν μπορεί κανείς να δει, είναι απολύτως δεδομένο ότι η ζωή στα νησιά γίνεται τόσο δύσκολη που ίσως δεν θα μπορεί να συνεχίσει στο μέλλον χωρίς ιδιαίτερη ενίσχυση από το κράτος, κατά παρέκκλιση των νόμων της ελεύθερης αγοράς. Και είναι βέβαιο ότι στη χώρα μας θέλουμε να ζουν και οι νησιωτικές και οι ορεινές περιοχές.
Δεν μπορεί να αλλάξει τίποτε γι’ αυτό αλλά θεωρώ υποχρέωσή μου να το αναφέρω. Στο άρθρο 86 έχει μπει με την Αναθεώρηση του 2001 μία διάταξη η οποία ουσιαστικά μπορεί να οδηγήσει σε ασυδοσία κυβερνητικών στελεχών. Το άρθρο 86 και ο βασιζόμενος σ’ αυτό νόμος περί ευθύνης Υπουργών θα έπρεπε να αλλάξει. Το λέω για να είμαι εντάξει με τη συνείδησή μου. Δεν είναι δυνατόν να έχει ο Υπουργός μιας Κυβέρνησης μεγαλύτερη σημασία απέναντι στο νόμο απ’ ό,τι οποιοσδήποτε πολίτης. Σας ευχαριστώ πολύ.
(Χειροκροτήματα από την πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας)