Νέος νόμος για την “Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση ΑμεΑ”

Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι, επιτρέψτε μου, πριν ξεκινήσω την αναφορά μου στο υπό συζήτηση σχέδιο νόμου, να χαιρετίσω και εγώ το γεγονός ότι για πρώτη χρονιά φέτος, λίγες μέρες πριν την έναρξη του σχολικού έτους, οι δάσκαλοι, οι καθηγητές και τα βιβλία περιμένουν τους μαθητές στα σχολεία και όχι ανάποδα. Χαιρετίζω την ανακοίνωση αυτή από πλευράς του Υπουργείου, γιατί το ζητούμενο σε μια σύγχρονη πολιτεία δεν είναι μόνο να νομοθετούμε σωστά, όπως είναι η συζήτηση σήμερα εδώ, αλλά να εφαρμόσουμε και τη νομοθεσία στην πράξη. Και αυτό αποδεικνύεται με την επισήμανση που έκανα προηγουμένως, ότι φέτος δάσκαλοι, καθηγητές και βιβλία έχουν προηγηθεί στα σχολεία και δεν έχουμε τις αναμονές που είχαμε στο παρελθόν.
Για το σχέδιο νόμου για την ειδική αγωγή και εκπαίδευση των ατόμων με αναπηρία ή με μαθησιακές δυσκολίες. Η ένταξη των ατόμων με αναπηρία στην κοινωνία είναι υποχρέωση της ίδιας της κοινωνίας. Δεν κάνουμε χάρη σαν κοινωνία στα άτομα αυτά, αναγνωρίζοντας τα δικαιώματά τους, βοηθώντας τα να ενταχθούν ισότιμα στην κοινωνία. Η αξία του ανθρώπινου προσώπου είναι η ίδια , είτε έχει αρτιμέλεια, είτε δεν έχει, είτε έχει κινητική δυσκολία, είτε δεν έχει, είτε ακόμα αν δεν μπορεί να δει, να ακούσει ή να μιλήσει σωστά, και αυτήν την αξία οφείλουμε να την υπηρετούμε.
Έχει γίνει, είναι αλήθεια και πρέπει να το αναγνωρίσουμε αυτό, τις τελευταίες δεκαετίες πρόοδος στον τόπο μας και πρέπει να αναγνωρίσουμε και τις προσπάθειες προηγούμενων κυβερνήσεων στον τομέα αυτό, όπως έγινε με τις νομοθεσίες της δεκαετίας του ’80, το ν. 1566 /1985, το 2000 κλπ. Χαρακτηρίζονταν, όμως, οι μέχρι τώρα προσπάθειες από μια αποσπασματικότητα. Ανέφερε ο Υπουργός ότι υπάρχουν σήμερα εν ισχύ 350 διοικητικές διατάξεις, κατ’ εξουσιοδότηση νόμων διοικητικές πράξεις, οι οποίες ρυθμίζουν ζητήματα της εκπαίδευσης και της αγωγής των ατόμων με αναπηρία. Αυτό είναι προφανές ότι οδηγεί σε μια κατάσταση που δεν μπορεί ούτε να ρυθμίσει τα προβλήματα, αλλά και που δεν δίνει τη δυνατότητα στην ίδια τη διοίκηση να ξέρει που πάει. Ένα παράδειγμα θα αναφέρω στο τέλος με κάποιο ζήτημα που αφορά την ιδιαίτερη πατρίδα μου.
Έχουμε, λοιπόν, για πρώτη φορά ένα ολοκληρωμένο σχέδιο νόμου, με αρχή, μέση και τέλος που αντιμετωπίζει το ζήτημα της ειδικής αγωγής και της εκπαίδευσης των ατόμων με αναπηρία. Πρέπει να επισημάνω ότι φέτος μας έχει συνηθίσει το Υπουργείο Παιδείας, σε ολοκληρωμένες παρεμβάσεις. Έχουμε μέχρι τώρα συζητήσει τρία νομοθετήματα –αυτό είναι το τρίτο- για μεγάλα ζητήματα, τα οποία αντιμετωπίζονται σφαιρικά και όχι με επί μέρους τροποποιήσεις διατάξεων, όπως γίνονταν μέχρι σήμερα. Αναφέρομαι στο Νόμο για τα Μεταπτυχιακά, στο Νόμο για τα Κολλέγια και τώρα στο τρίτο για την ειδική αγωγή.
Εισάγονται μερικές πολύ σημαντικές ρυθμίσεις, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, με αυτό το σχέδιο νόμου και γι’ αυτό θεωρώ ιδιαίτερα σημαντικό και θετικό. Πρώτα από όλα, εισάγεται η υποχρεωτικότητα στην ειδική αγωγή και εκπαίδευση, που ήταν πάγιο αίτημα του αναπηρικού κινήματος, των ίδιων των ατόμων με τις ανάγκες αυτές και των γονιών των παιδιών με τέτοια προβλήματα.
Καταργείται-και αυτό είναι, επίσης, πολύ σημαντικό-το όριο ηλικίας των είκοσι τριών ετών που υπήρχε στην ειδική αγωγή και την εκπαίδευση. Πλέον, η ειδική αγωγή και εκπαίδευση , εφόσον χρειάζεται και πιστοποιείται, μπορεί να συνεχίζεται με διάφορους τρόπους και μετά τα είκοσι τρία.
Ακόμα, το σχέδιο νόμου αυτό εισάγει αυτό που είναι η σύγχρονη τάση στην αντιμετώπιση του θέματος, την κοινωνική, δηλαδή, διάσταση του ζητήματος κατ’ αντιδιαστολή προς την ιατρική, που ήταν η στάση του παρελθόντος. Θα πρέπει να αναφερθώ ιδιαίτερα στο γεγονός ότι για πρώτη φορά συγκροτείται στο Υπουργείο Παιδείας Επιτροπή που ασχολείται με τα ζητήματα της γλώσσας των τυφλών και κωφών, της νοηματικής για τους κωφούς, της γραφής Μπράϊγ για τους τυφλούς και δημιουργεί και τη διαδικασία πιστοποίησης των εκπαιδευτών για τα σχολειά που διδάσκουν τις γλώσσες ή αυτόν τον τρόπο ανάγνωσης.
Κεντρικό σημείο του σχεδίου νόμου είναι η μετατροπή των μέχρι σήμερα ΚΔΑΥ- των δομών που αξιολογούσαν τις ανάγκες αυτών των ατόμων-από τα ΚΕΔΔΥ. Δε θα μείνω στην ονοματολογία, δε με ενδιαφέρει και τόσο. Θέλω, όμως, να επισημάνω την ουσία της αλλαγής. Η Επιτροπή που αξιολογεί και ρυθμίζει αυτά τα ζητήματα, γίνεται πια ευρύτερη και τονίζεται διεπιστημονικότητα της. Τα τρία μέλη γίνονται πέντε. Υπάρχουν παιδοψυχολόγοι, παιδαγωγοί, λογοθεραπευτές και ένας ειδικός παιδονευρολόγος-παιδοψυχίατρος, πράγμα που φαίνεται ότι προκάλεσε μια-εσφαλμένη, κατά την απόψη μου-κριτική από την Αντιπολίτευση που βρίσκει ότι υπάρχει έμφαση στην ιατρική πλευρά. Είναι λάθος αυτό. Είναι κακό, δηλαδή, να συμμετέχει και ένας γιατρός σ΄ αυτήν την Επιτροπή; Υπάρχει κανείς που αμφισβητεί ότι υπάρχουν και ιατρικά ζητήματα να λυθούν;
Βέβαια, κύριε Υπουργέ, επιτρέψτε μου να πω ότι εδώ σωστά νομοθετείτε και θέτετε το πλαίσιο το πλαίσιο λειτουργίας των ΚΕΔΔΥ, αλλά το ζήτημα που έχετε να λύσετε ως προς αυτά είναι η λίστα αναμονής. Δεν είναι θέμα νομοθετικό , αλλά είναι θέμα πρακτικής. Έχουμε μεγάλες καθυστερήσεις και αυτό ταλαιπωρεί γονείς και παιδιά και πρέπει να ασχοληθείτε άμεσα για να δείτε τι θα γίνει μ’ αυτό.
Ακόμα, πρέπει να αναφέρω ότι στην πέμπτη παράγραφο του άρθρου 4 που αφορά στις αρμοδιότητες τ6ων ΚΕΔΔΥ, αναφέρεται- και πολύ σωστά- ότι έχει την αρμοδιότητα για τον καθορισμό του είδους των εκπαιδευτικών βοηθημάτων τεχνικών οργάνων, τα οποία διευκολύνουν την πρόσβαση στο χώρο και τη μαθησιακή διαδικασία που έχει ανάγκη του παιδί. Αυτά προϋποθέτουν και χρηματοδότηση, κύριε Υπουργέ και περιμένω να ακούσω συγκεκριμένα τι σχεδιάζετε και στον Προϋπολογισμό, αλλά και από την Δ’ Προγραμματική Περίοδο για να λυθεί αυτό το ζήτημα.
Κλείνοντας, θα ήθελα να αναφερθώ σ’ ένα ειδικό ζήτημα της Κρήτης. Λειτουργεί στην Κρήτη – και συγκριμένα στα Χανιά- το Εθνικό Ίδρυμα Απροσαρμόστων Παίδων Κρήτης το οποίο διαθέτει και σχολείο. Μέχρι σήμερα, αυτό το σχολείο, το πρωτοβάθμιο τουλάχιστον υπαγόταν, στο Υπουργείο Υγείας πράγμα βεβαίως είναι και παράλογο και δημιουργεί προβλήματα στους ίδιους του εργαζομένους και τους εκπαιδευτικούς εκεί.
Πολύ σωστά με το σχέδιο νόμου που καταθέσατε παίρνετε το πρωτοβάθμιο σχολείο, τη σχολική μονάδα της ειδικής πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, στην αρμοδιότητα του Υπουργείου Παιδείας. Υπάρχει, όμως μια λεπτομέρεια. Αναφέρετε το δημοτικό σχολείο. Υπάρχει και νηπιαγωγείο. Από την έρευνα που έκανα και εγώ- και οι υπηρεσίες σας που έχουν προηγηθεί – το νηπιαγωγείο από αβλεψίες άλλων, έχει μένει χωρίς ΦΕΚ Ίδρυσης. Είναι σαν να μην υπάρχει σαν ειδικό σχολείο. Αυτό θα πρέπει να το λύσετε. Καταργήστε εδώ την επισήμανση ότι η υπαγωγή αφορά μόνο το δημοτικό σχολείο και στην πορεία, μπορείτε μ’ ένα Φ.Ε.Κ ίδρυσης να ιδρυθεί το νηπιαγωγείο επισήμως μια που κάποιοι το αμέλησαν και να υπαχθεί κατευθείαν στο Υπουργείο Παιδείας, όπως είναι και το σωστό.
Θα πρέπει να πω ότι οι 350 διοικητικές πράξεις που ανέφερε ο Υπουργός κατ’ αρχήν δημιουργούν ένα χάος, δείγμα του οποίου είναι το τι έγινε με αυτό το νηπιαγωγείο. Έχω εδώ το έγγραφο του 1986 του τότε Υφυπουργού Παιδείας προς αυτό το σχολείο , το οποίο λέει «…. σας γνωρίζουμε ότι το 2θέσιο νηπιαγωγείο που λειτουργεί στο Ίδρυμά σας για την προσχολική εκπαίδευση των «τυπικά υστερούντων και απροσαρμόστων» αναγνωρίζεται ως ειδικό και υπάγεται εφεξής στην εποπτεία του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων…» το έγραψαν. Δεν το έκαναν. Δεν δημοσιεύτηκε ποτέ στο Φ.Ε.Κ. Το καταθέτω στα Πρακτικά σαν δείγμα του ότι πρέπει να αποφεύγεται στη δημόσια Διοίκηση.