Κύρωση Κρατικού Προϋπολογισμού και Ορισμένων Ταμείων και Υπηρεσιών Οικονομικού Έτους 2009

ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΒΟΥΛΕΥΤΗ ΧΑΝΙΩΝ ΜΑΝΟΥΣΟΥ ΒΟΛΟΥΔΑΚΗ ΣΤΗΝ ΒΟΥΛΗ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ
«Κύρωση Κρατικού Προϋπολογισμού και Ορισμένων Ειδικών Ταμείων και Υπηρεσιών Οικονομικού Έτους 2009»
18/12/08

ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Βαΐτσης Αποστολάτος): Ο κ. Βολουδάκης έχει το λόγο.
ΜΑΝΟΥΣΟΣ-ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΒΟΛΟΥΔΑΚΗΣ: κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ζούμε ημέρες διεθνούς οικονομικής κρίσης, μιας κρίσης με νέα χαρακτηριστικά, νέες συνθήκες οι οποίες απαιτούν νέες απαντήσεις. Και, ας μου επιτρέψει ο συνάδελφος που μόλις κατήλθε από το Βήμα, ότι οι νέες απαντήσεις δεν μπορεί να είναι ούτε η συνθηματολογία της δεκαετίας του 1970, αλλά ούτε και οι θεωρίες της πολιτικής οικονομίας του 19ου αιώνα. Χρειάζεται να προσαρμοσθούμε σε αυτά που συμβαίνουν σήμερα ειδικά όταν στον τόπο μας δυστυχώς υφιστάμεθα και τις συνέπειες από επιβαρύνσεις του παρελθόντος, που ακόμη δεν εξέλειπαν από την οικονομία και την κοινωνία. Ακόμη ζούμε σε μια οικονομία στην οποία κάνουν πολύ ισχυρή την παρουσία τους λογής-λογής ολιγοπώλια. Ξεκίνησε τα τελευταία χρόνια μια προσπάθεια περιορισμού τους η οποία ακόμη ασφαλώς και δεν έχει ολοκληρωθεί. Είναι ολιγοπώλια που δυσκολεύουν κατ’ εξοχήν αυτούς που είναι οικονομικά ασθενέστεροι. Τους μισθωτούς του ιδιωτικού τομέα, τους συνταξιούχους, τους αγρότες που υφίσταται τις συνέπειες τέτοιων πολιτικών και πρακτικών ορισμένων κλάδων.
Για παράδειγμα, στα λιπάσματα έχουμε μια κατάσταση που είναι ακόμη πιο δύσκολη, τώρα που βασικά αγροτικά μας προϊόντα στη διεθνή αγορά και στην εγχώρια έχουν πολύ χαμηλές τιμές. Στο ελαιόλαδο η τιμή είναι στα 2 ευρώ και με αυτά ένας ελαιοπαραγωγός δεν μπορεί να ζήσει πια την οικογένειά του. Έχουμε και άλλα «βαρίδια» γιατί δεν πρέπει να λέμε πράγματα που ακούγονται ευχάριστα, αλλά να λέμε την πραγματικότητα. Έχουμε και άλλα «βαρίδια» στην οικονομία μας, όπως είναι το έλλειμμα της ανταγωνιστικότητας που είναι κάτι πολύ βαθύ γιατί έχει να κάνει με νοοτροπίες που διαμορφώθηκαν σε περασμένες δεκαετίες και κατ’ εξοχήν στη δεκαετία του 1980 που πολλοί προσπάθησαν να μεταδώσουν στην κοινωνία μία λογική ήσσονος προσπάθειας, μία λογική ότι μπορούμε να ζούμε με δανεικά, δανειζόμενοι ουσιαστικά από τα παιδιά μας. Είναι ένα έλλειμμα ανταγωνιστικότητας που το βλέπουμε και σήμερα να μην έχει ξεπεραστεί απόλυτα. Το βλέπουμε στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, το οποίο διευρύνεται μέσα στις συνθήκες της διεθνούς κρίσης, ακόμη και όταν η ιδιωτική κατανάλωση περιορίζεται.
Κατ’ εξοχήν «βαρίδι» του παρελθόντος που δυσκολεύει και την κοινωνία αλλά και την Κυβέρνηση στην οικονομική της πολιτική, είναι το δημόσιο χρέος, ένα χρέος που κάθε χρόνο πρέπει να εξυπηρετείται. Κάθε χρόνο, κάθε Έλληνας πολίτης βγάζει κάτι από το εισόδημά του για να πληρώνει τις αμαρτίες του παρελθόντος, τα δανεικά του παρελθόντος. Ακούσαμε από τον εκλεκτό συνάδελφο Εισηγητή της Μειοψηφίας τον κ Παπουτσή, ότι η έκρηξη του δημοσίου χρέους οφείλεται στα τρία χρόνια διακυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας στη δεκαετία του 1990. Ομολογώ ότι μας εκπλήσσει αυτό, γιατί θα πρέπει να δει κανείς τι έγινε στο δημόσιο χρέος από το 1981 μέχρι το 2004. Υπερτριπλασιάστηκε σε αυτά τα χρόνια. Εν πάση περιπτώσει, ας μη παρελθοντολογούμε. Έχουμε μπροστά μας το χρέος και πρέπει να το μειώνουμε χρόνο με το χρόνο, όπως μειώνεται την τελευταία τετραετία. Βέβαια, πρέπει να μειωθεί περαιτέρω. Οι συνθήκες είναι δύσκολες, αλλά χάρη στις προσπάθειες πρώτα του Έλληνα φορολογούμενου πολίτη που αναγκάζεται να προσπαθεί να λύσει προβλήματα του παρελθόντος, αλλά χάρη και στις προσπάθειες αυτής της Κυβέρνησης, η κατάσταση σήμερα πηγαίνει προς τη σωστή κατεύθυνση.
Το έλλειμμα ακόμη και τη δύσκολη χρονιά του 2008, έμεινε μέσα στα πλαίσια του συμφώνου σταθερότητος 3%. Ακόμη και το προβλεπόμενο για το 2009 είναι 2,7%. Το χρέος, όπως προανέφερα, περιορίζεται χρόνο με το χρόνο και ας είναι έξω από τις υποχρεώσεις μας προς την Ευρωπαϊκή Ένωση, στο 94% του εθνικού προϊόντος. Απτή απόδειξη της προσπάθειας που έγινε είναι η μείωση της ανεργίας, που δεν είναι ένα θεωρητικό μέγεθος, αλλά είναι ένα μέγεθος που το καταλαβαίνει ο καθένας.
Στα τέσσερα τελευταία χρόνια, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, παρά το ότι ζούμε δύσκολες οικονομικές συνθήκες, η ανεργία μειώθηκε 4%. Αυτό σημαίνει χοντρά-χοντρά κάπου διακόσιες πενήντα χιλιάδες θέσεις εργασίας. Διακόσιες πενήντα χιλιάδες οικογένειες ζουν καλύτερα από νέες θέσεις εργασίας και αυτό δεν πρέπει να το ξεχνάμε.
Η πιο συνηθισμένη κριτική που ακούγεται για τη δημοσιονομική πολιτική των τελευταίων ετών είναι –και το βλέπουμε συχνά με πηχυαίους τίτλους- «κατάρρευση στα έσοδα». Δεν υπάρχει μεγαλύτερος μύθος απ’ αυτό, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι.
Μπορεί να ετέθησαν μερικοί αισιόδοξοι στόχοι στους προϋπολογισμούς, όπως και πρέπει να είναι οι στόχοι στους προϋπολογισμούς, οι οποίοι κατάτι δεν επετεύχθησαν, αλλά τα έσοδα δεν παύουν χρόνο με το χρόνο να αυξάνονται με πολύ γρήγορους ρυθμούς. Την τετραετία τα περισσότερα χρόνια ήταν 6% με 7% αύξηση κάθε χρόνο, φέτος θα είναι σχεδόν 11% και προϋπολογίζεται σ’ αυτή τη βάση ένα 13% για το 2009, που δεδομένου ότι αλλάζει το καθεστώς φορολόγησης των καυσίμων, δεδομένου του νέου τέλους των ακινήτων, είναι πιστεύω ένας στόχος που δεν είναι έξω από τα δεδομένα που μπορεί να επιτευχθούν.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, εδώ θα πρέπει να αναφερθώ σ’ έναν άλλο μύθο πολύ συνηθισμένο. Επειδή προβλέπεται αύξηση στα έσοδα, κάποιοι μιλούν για νέους φόρους. Αυτό είναι άλλη μια προσπάθεια παραπλάνησης. Δεν πρόκειται για νέους φόρους. Πρόκειται για φόρους που έπρεπε να εισπράττονται και δεν εισπράττονταν, γιατί κάποιοι μπορούσαν να αναπτύσσουν τη δραστηριότητά τους χωρίς να ελέγχονται από την πολιτεία, χωρίς να αποδίδουν αυτό που οφείλουν στην κοινωνία.
Αυτό, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είναι αυτό που κάνει τη στιγμή που αυξάνονται τα έσοδα, τη στιγμή που έρχονται έσοδα από πηγές δεν φορολογούνταν μέχρι σήμερα όπως θα έπρεπε, την ίδια στιγμή να βελτιώνεται η σχέση αμέσων προς εμμέσους φόρους. Και αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό, γιατί βεβαίως οι έμμεσοι φόροι είναι αυτοί που αδικούν κατ’ εξοχήν τους οικονομικά ασθενέστερους.
Πρέπει να κάνουμε, κύριε Υπουργέ, πιστεύω -μέσα σε όλη αυτή την καλή προσπάθεια- και μια αυτοκριτική για όσα σημεία δεν έχει υπάρξει βελτίωση όπως θα έπρεπε. Η βελτίωση που δεν έχει γίνει είναι στην περιστολή της δαπάνης στο δημόσιο τομέα, στις λειτουργικές δαπάνες που δεν έχουμε καταφέρει να ξεπεράσουμε αγκυλώσεις του παρελθόντος.
Εδώ, κύριε Υπουργέ, γίνεται φέτος –το 2008- ένα εξαιρετικό βήμα με τη συγκρότηση της Υπουργικής Επιτροπής Ελέγχου των Δαπανών. Θα χρειαστεί, όμως, μεγάλη προσπάθεια ούτως ώστε να εξασφαλίσουμε ότι οι δαπάνες του δημοσίου για αγορές προϊόντων και υπηρεσιών θα γίνονται με όρους και τιμές σαν αυτές που έχει και ο ιδιώτης όταν στην ελεύθερη αγορά κάνει τις συναλλαγές του. Δεν μπορεί το δημόσιο να πληρώνει περισσότερο λόγω των αγκυλώσεων που γνωρίζουμε όλοι.
(Στο σημείο αυτό κτυπάει το κουδούνι λήξεως του χρόνου ομιλίας του κυρίου Βουλευτή)
Μισό λεπτό, κύριε Πρόεδρε, αν μου επιτρέπετε.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, όλη η Ευρώπη και όλος ο κόσμος βρίσκεται σε αναζήτηση ενός νέου μοντέλου οικονομικής πολιτικής και πιστεύω ότι όλοι κινούμαστε συντεταγμένα προς μια κατεύθυνση. Η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να κάνει πιο γενναία βήματα.
Το Σύμφωνο Σταθερότητος ήταν μία απάντηση στα προβλήματα των αρχών της δεκαετίας του ’90. Δεν είναι μία απάντηση στα σημερινά προβλήματα και η με μισή καρδιά χαλάρωση του Συμφώνου Σταθερότητος, που έκανε η Ευρωπαϊκή Ένωση, δεν αρκεί για να λύσει τα προβλήματα που σήμερα αντιμετωπίζουμε.
Το ίδιο και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η οποία τον Ιούλιο του 2008, λίγες εβδομάδες πριν ξεσπάσει στη μεγαλύτερή της ένταση η χρηματοπιστωτική κρίση, αύξανε τα επιτόκια, όπως βεβαίως, δεν θα έπρεπε να κάνει, αλλά θα έπρεπε να κάνει το ακριβώς αντίθετο.
Έχουμε πλέον πρόσωπο, κύριε Υπουργέ, στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η χώρα μας χάρη στις προσπάθειες των κυβερνήσεων των τελευταίων ετών…
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Βαΐτσης Αποστολάτος): Ολοκληρώστε, κύριε Βολουδάκη.
ΜΑΝΟΥΣΟΣ-ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΒΟΛΟΥΔΑΚΗΣ: …έχει πρόσωπο στην Ευρωπαϊκή Ένωση και μπορεί να πιέσει προς την κατεύθυνση μιας πιο δίκαιης οικονομικής πολιτικής, γιατί αυτό που πρέπει να συμπεριλαμβάνει το νέο μοντέλο οικονομικής πολιτικής είναι μια ελεύθερη οικονομία αλλά με κοινωνικό πρόσωπο, γιατί αυτός είναι ο μόνος τρόπος να έχουμε ευημερία για τους πολλούς.
Σας ευχαριστώ.