ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΒΟΥΛΕΥΤΗ ΧΑΝΙΩΝ ΜΑΝΟΥΣΟΥ ΒΟΛΟΥΔΑΚΗ ΣΤΗΝ ΒΟΥΛΗ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ ΤΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΝΟΜΟΥ
«Εταιρείες Ενημέρωσης οφειλετών για ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις»
01/04/09
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Ιωάννης Δραγασάκης): Ευχαριστούμε κι εμείς τον κύριο συνάδελφο. Το λόγο έχει ο εισηγητής της Πλειοψηφίας κ. Βολουδάκης για οκτώ λεπτά.
ΜΑΝΟΥΣΟΣ – ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΒΟΛΟΥΔΑΚΗΣ: Ευχαριστώ, κύριε Πρόεδρε.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, θα ξεκινήσω με την τροπολογία που αφορά και το Υπουργείο, το σχέδιο νόμου του οποίου συζητούμε αυτές τις μέρες. Προτείνεται με την τροπολογία που έχει εισαχθεί από τα Υπουργεία Ανάπτυξης και Εσωτερικών να διευρυνθούν τα χρονικά όρια τα οποία έχουν να κάνουν με την υποβολή ενδικοφανών προσφυγών κατά της επιβολής προστίμων για αγορανομικές παραβάσεις. Με νόμο που ψηφίστηκε το 2008 έχει οριστεί μία νέα διαδικασία επιβολής κυρώσεων για αγορανομικές παραβάσεις η οποία έχει ήδη αποτελέσματα και αυτό φαίνεται ακριβώς από τον όγκο εργασίας που υπάρχει στη Γενική Γραμματεία Εμπορίου καθώς οι ενδικοφανείς προσφυγές έρχονται στον Γενικό Γραμματέα Εμπορίου για εξέταση. Είναι απαραίτητο να διευρυνθούν τα χρονικά όρια τόσο της υποβολής όσο και της εξέτασης των προσφυγών αυτών για να λειτουργήσει αποτελεσματικότερα το σύστημα αυτό. Από τη συζήτηση που έχει γίνει γενικότερα για τα θέματα της αγοράς στα πλαίσια της συζήτησης του σχεδίου νόμου για τις μέχρι σήμερα ονομαζόμενες «εισπρακτικές εταιρείες» πιστεύω ότι καθίσταται σαφές ότι πρέπει να κάνουμε τη διαδικασία ελέγχου της αγοράς όσο γίνεται πιο αποτελεσματική και ενδελεχή και μ’ αυτή την έννοια πιστεύω ότι είναι πολύ θετικό το ότι εισάγεται αυτή η τροπολογία, η ανάγκη της οποίας έχει προκύψει από την πράξη, από τη διοικητική πρακτική.
Έχουμε επίσης την τροπολογία η οποία έχει συζητηθεί περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη αυτές τις μέρες ήδη, αυτή της εισοδηματικής πολιτικής. Δεν υπάρχει αμφιβολία, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ότι ζούμε σε πολύ δύσκολους καιρούς και στους πολύ δύσκολους καιρούς είναι πολύ δύσκολες και οι αποφάσεις και είναι αναγκαστικά δύσκολη και η πολιτική διαδικασία γύρω από όλα αυτά. Υπάρχουν ορισμένοι πολύ σκληροί περιορισμοί για τη χώρα μας στο τι μπορεί και τι δεν μπορεί να κάνει. Υπάρχουν ορισμένοι πολύ σκληροί περιορισμοί που προκύπτουν από αδυσώπητους αριθμούς. Δεν μπορούν να ξεπεραστούν οι αδυσώπητοι αριθμοί του τεράστιου δημοσίου χρέους, δεν μπορούν να ξεπεραστούν οι αδυσώπητοι αριθμοί των υποχρεώσεων της χώρας μας απέναντι στην Ευρωπαϊκή Ένωση τόσο για το χρέος, όσο και για το έλλειμμα, το οποίο με πολύ σκληρή προσπάθεια, πρώτα απ’ όλα προσπάθεια του ελληνικού λαού, έχει μείνει στα όρια τα οποία θα έπρεπε να είναι, έστω κι αν το 2009 ξεπεραστεί λίγο σύμφωνα με τις προβλέψεις της Κομισιόν. Και πάλι θα είναι καλύτερα από το μέσο όρο της Ευρωπαϊκή Ένωσης. Παρόλα αυτά, είναι προφανές ότι η προσπάθεια νοικοκυρέματος των δημοσίων οικονομικών και ειδικά του περιορισμού του δημοσίου χρέους, περιορίζει τις δυνατότητες της Κυβέρνησης να ασκήσει πολιτική από πολλές πλευρές.
Αυτό είναι μια υποχρέωση της χώρας που ισχύει και θα ίσχυε όποιος και να ήταν στην Κυβέρνηση. Και πρέπει να είναι σαφές ότι ειδικά ως προς το δημόσιο χρέος δεν είναι μόνο η συμβατική υποχρέωσή μας απέναντι στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Υπάρχει ένα ζήτημα καθημερινότητας που μας υποχρεώνει να μειώσουμε δραστικά το δημόσιο χρέος.
Το ζήτημα αυτό της καθημερινότητας είναι ότι οι χώρες με υψηλό δημόσιο χρέος τιμωρούνται από τις διεθνείς αγορές στην προσπάθεια εξυπηρέτησης του χρέους αυτού, στη διαδικασία αναχρηματοδότησης του χρέους αυτού και ουσιαστικά της λειτουργίας της κρατικής μηχανής. Γιατί όταν οι χώρες με υψηλό χρέος, μεταξύ των οποίων και η δική μας, βγαίνουν στις διεθνείς αγορές, δανείζονται με υψηλότερο επιτόκιο γιατί οι επενδυτές ζητούν μεγαλύτερη απόδοση σ’ αυτές τις περιπτώσεις.
Το αποτέλεσμα είναι ότι έστω και αν το δημόσιο χρέος αφορά, αν θέλετε, αμαρτίες του παρελθόντος, πληρώνεται καθημερινά με την έννοια ότι οι τόκοι της εξυπηρέτησης και οι τόκοι που γίνονται όλο και υψηλότεροι όσο συνεχίζεται αυτή η διαδικασία πληρώνονται βέβαια από τις τρέχουσες χρήσεις από το φορολογούμενο πολίτη.
Μέσα σ’ αυτούς, λοιπόν, τους πολύ σκληρούς περιορισμούς και σε συνθήκες διεθνούς κρίσης, η Κυβέρνηση έρχεται να ρυθμίσει τα της εισοδηματικής πολιτικής. Και έρχεται να τα ρυθμίσει, ενώ πρέπει παράλληλα να ενισχύσει με κάθε τρόπο τους εισοδηματικά ασθενέστερους, μια που είναι και πολιτική επιλογή της παράταξης που κυβερνά, γιατί είναι θέμα και δικαιοσύνης και θέμα αποτελεσματικότητας.
Γιατί για να ανακάμψει μια οικονομία από την κρίση –και η διεθνής οικονομία και η εθνική μας οικονομία- χρειάζεται τόνωση της συνολικής ζήτησης. Και η τόνωση της συνολικής ζήτησης προέρχεται μόνο από την τόνωση της δυνατότητας των εισοδηματικά ευρύτερων δυνατών στρωμάτων και κατεξοχήν των μεσαίων και κάτω εισοδηματικά στρωμάτων που αποτελούν και την πλειοψηφία της κοινωνίας.
Χρειάζεται να τονωθούν, λοιπόν, αυτά τα εισοδήματα, άρα και να περιορισθεί η εισοδηματική ανισότητα, η οποία –ειρήσθω εν παρόδω- διεθνώς και στη χώρα μας την τελευταία εικοσαετία είναι που διευρύνθηκε ιδιαίτερα και όχι βέβαια τα τελευταία λίγα χρόνια. Και αυτό το λένε ακαδημαϊκές εικονομετρικές μελέτες, δεν είναι ένα πολιτικό συμπέρασμα. Μόνο, λοιπόν, με τον παράλληλο περιορισμό της εισοδηματικής ανισότητας μπορούμε να έχουμε ουσιαστική ανάκαμψη.
Έρχεται, λοιπόν, η εισοδηματική πολιτική με ορισμένες ρυθμίσεις, έκτακτου βέβαια χαρακτήρα –μια που έκτακτες συνθήκες απαιτούν και έκτακτα μέτρα- να κάνει το εφικτό, το καλύτερο δυνατό μέσα στα πλαίσια, τα οποία περιγράφηκαν.
Θα έλεγα ότι η ουσία που δείχνει ότι γίνεται αντιληπτό πως χρειάζεται και στον τόπο μας να περιοριστεί και η εισοδηματική ανισότητα είναι ότι επιλέγεται για τους χαμηλόμισθους και τους συνταξιούχους, αντί μιας αυξήσεως της κλασικής μορφής μιας εισοδηματικής πολιτικής που θα κατέληγε πραγματικά σε ψίχουλα, να καταβληθεί μια έκτακτη παροχή 500 ευρώ για όσους είναι κάτω από 1.500 ευρώ, 300 ευρώ για όσους είναι μεταξύ 1.500 και 1.700 ευρώ.
Αυτά τα ποσά είναι καθαρά, χωρίς λοιπές κρατήσεις κ.λπ.. Αυτός είναι και ένας τρόπος να τονωθεί άμεσα και η ζήτηση, μια που αυτή η ενίσχυση ελπίζουμε να περάσει στην αγορά.
Παράλληλα, συμπληρώνεται η εισοδηματική πολιτική με μια έκτακτη οικονομική εισφορά για τα υψηλότερα εισοδήματα. Έγινε πολύς λόγος για την εισφορά αυτή και τις μέρες αυτές μέσα στην Αίθουσα, αλλά και στα Μέσα Ενημέρωσης και φαίνεται να μην γίνεται αντιληπτό ότι είναι μια εισφορά που αφορά πραγματικά υψηλά εισοδήματα και μικρό ποσοστό συνολικά των πολιτών της χώρας.
(Στο σημείο αυτό χτυπά το κουδούνι λήξεως του χρόνου ομιλίας του κυρίου Βουλευτή)
Μισό λεπτό θα χρειαστώ, κύριε Πρόεδρε.
Εκατόν είκοσι οκτώ χιλιάδες εκτιμώνται να είναι οι άνθρωποι που θα πληρώσουν την εισφορά αυτή και αντιλαμβάνεστε τι σημαίνει αυτό στο σύνολο του πληθυσμού. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι θα πρέπει να γίνει περαιτέρω προσπάθεια και για την τόνωση των ασθενέστερων εισοδηματικά στρωμάτων και γενικότερα για την ανάκαμψη.
Όμως, δεδομένων των συνθηκών, πιστεύω ότι η εισοδηματική πολιτική, όπως προτείνεται, λύνει μερικά από τα άμεσα προβλήματα και δημιουργεί βάσεις για να ασκηθεί και βαθύτερη και πιο μακροπρόθεσμη πολιτική στη συνέχεια.
Σας ευχαριστώ.
(Χειροκροτήματα από την πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας)