Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, πριν κάνω μια αναφορά σε δύο άρθρα του συζητούμενου νομοσχεδίου, θα ήθελα να πω δύο λόγια μόνο για την τροπολογία που κατέθεσε ο Υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης.
Κατά την άποψή μου ορθώς την κατέθεσε, γιατί πράγματι η κατάρτιση οργανισμών και οργανογραμμάτων των Υπουργείων και των εποπτευομένων φορέων είναι ένα τεχνικό ζήτημα που σε πολύ μεγάλο βαθμό πρέπει να γίνεται αντικείμενο χειρισμού από τις υπηρεσίες των Υπουργείων με ευελιξία, με ταχύτητα και να προχωράμε έτσι, γιατί η διοικητική μεταρρύθμιση πρέπει να υλοποιείται μέσα στο χρόνο, μέσα σε πραγματικό χρόνο, μέσα σε προθεσμίες.
Βέβαια, επειδή ακριβώς πρόκειται για εξουσιοδότηση, για έκδοση προεδρικών διαταγμάτων αν τυχόν έχει κανείς την ανησυχία ότι η εκτελεστική εξουσία θα παραβιάσει αυτό που είναι το δικαίωμά της στην άσκηση της εξουσίας της, το προεδρικό διάταγμα όπως γνωρίζετε πολύ καλά όλοι, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, περνά για έγκριση από το Συμβούλιο της Επικρατείας. Αν, λοιπόν, η εκτελεστική εξουσία προβεί σε αυθαιρεσίες τέτοιου είδους, είναι βέβαιο ότι το Συμβούλιο της Επικρατείας θα σταματήσει την όποια τέτοια αυθαιρεσία και στο μέλλον.
Αυτό, λοιπόν, πιστεύω ότι πρέπει να ληφθεί υπόψη και να μην δημιουργούμε την εντύπωση ότι εδώ βρισκόμαστε μπροστά σε ένα πρωτοφανές καθεστώς, το οποίο πολύ σωστά είπε και ο συνάδελφος, ο Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος του ΠΑΣΟΚ, ο κ. Τριαντάφυλλος πριν, ασφαλώς δεν είναι πρωτοφανές, αλλά εν πάση περιπτώσει είναι οπωσδήποτε μέσα στη συνταγματική τάξη.
Θα ήθελα να πω κάτι μια που ο καλός συνάδελφος, ο Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος της ΔΗΜΑΡ, έκανε αναφορά και σε εμένα προηγουμένως. Κύριε συνάδελφε, η δική σας παράταξη περισσότερο από κάθε άλλη γνωρίζει ότι όπως και για άλλα ζητήματα που συζητήσαμε, αλλά ειδικότερα στο συγκεκριμένο νομοσχέδιο, η εξουσιοδότηση στους Υπουργούς να εκδώσουν Προεδρικά Διατάγματα για αυτά τα ζητήματα, είχε τεθεί σε διαβούλευση και το διάστημα που συμμετείχατε στην κυβέρνηση και ο Υπουργός που το έδωσε σε διαβούλευση, ήταν δικός σας Υπουργός. Άρα, λοιπόν, πώς τώρα το αντιμετωπίζετε ως μια τόσο φοβερή καταστροφή;
Εν πάση περιπτώσει, θέλω να κάνω μια αναφορά σε δύο από τα άρθρα του υπό συζήτηση νομοσχεδίου σχετικά με τα αυθαίρετα.
Κύριε Υπουργέ, θα αναφερθώ στο άρθρο 51, με το οποίο αντιμετωπίζεται επιτυχώς το ζήτημα της γεωργικής γης υψηλής παραγωγικότητας. Υπάρχει στο θεσμικό μας πλαίσιο αυτός ο όρος «γεωργική γη υψηλής παραγωγικότητας», που δείχνει την πρόθεση του νομοθέτη προφανώς να στηρίξει τον πρωτογενή τομέα, πράξη που πρέπει να κάνει η πολιτεία σε κάθε περίπτωση.
Ήταν όμως στήριξη του πρωτογενούς τομέα, αυτό που συνέβαινε όλα αυτά τα χρόνια με τη γη υψηλής παραγωγικότητας; Ο καταναγκασμός του αγρότη στο πώς θα αξιοποιήσει την περιουσία του, δεν είναι στήριξη κατά την άποψή μου. Είναι άλλο ζήτημα η προστασία του περιβάλλοντος, η διαχείριση του περιβάλλοντος, που είναι ένα δημόσιο αγαθό -και ορθώς πρέπει πολεοδομικά, χωροταξικά να ρυθμίζεται- και άλλο ζήτημα το να παρεισφρήσει το κράτος στο πώς ακριβώς θα αξιοποιήσει ο αγρότης ή ο ιδιοκτήτης παραγωγικά τη γη του.
Εν τω μεταξύ, επειδή ο νομοθέτης το 1998 προέβλεψε και την έκδοση κάποιων Κοινών Υπουργικών Αποφάσεων που θα προσδιόριζαν χάρτες της γης υψηλής παραγωγικότητας, οδηγηθήκαμε σε ένα αλαλούμ ανά την επικράτεια.
Συμβαίνει να γνωρίζω από την εκλογική μου περιφέρεια, από τα Χανιά ότι επειδή ακριβώς δεν υπήρχαν χάρτες -οι οποίοι ήταν πολύ δύσκολο να εκδοθούν και είναι ακόμα- οι υπηρεσίες εξέδιδαν άδειες στη βάση των διατάξεων που ίσχυαν, με τον τρόπο που προέβλεπαν οι διατάξεις. Δημιουργήθηκε μια σύγχυση κάποια στιγμή ως προς το αν ορθώς ή λάθος εξέδιδαν τις άδειες.
Το αποτέλεσμα σήμερα ξέρετε ποιο είναι; Σε πολλά σημεία της χώρας -κατ’ εξοχήν σας λέω στα Χανιά- υπάρχουν δεκάδες επιχειρήσεις, μικρομεσαίες κατά κανόνα, συνδεόμενες με τον πρωτογενή τομέα κατά κανόνα, οι οποίες πήραν νομίμως άδειες εγκατάστασης, ξεκίνησαν τη λειτουργία τους και έως πρόσφατα τους έλεγαν οι υπηρεσίες: «Ξέρετε δεν μπορούμε να σας ανανεώσουμε την άδεια λειτουργίας, γιατί δεν ξέρουμε αν πήρατε ορθώς την άδεια».
Αυτό, λοιπόν, ρυθμίζετε, κύριε Υπουργέ, και ορθώς το ρυθμίζετε. Θα ήθελα να τονίσω και να σας ευχαριστήσω για το γεγονός ότι ενώ η αρχική διατύπωση του σχεδίου νόμου προέβλεπε μια λύση που θα αφορούσε τα από εδώ και στο εξής, μας ακούσατε. Ακούσατε και τους φορείς των Χανίων, όπου σας υποβάλαμε την περασμένη Παρασκευή πρόταση διατύπωσης, την οποία έχετε ενσωματώσει στις νομοτεχνικές βελτιώσεις, πρόταση με την οποία ρυθμίζεται και το ζήτημα των δυσλειτουργιών που είχαν δημιουργεί στο παρελθόν.
Θα ήθελα να τονίσω ότι η λύση που προωθείται είναι υπό την αίρεση της έκδοσης της Κοινής Υπουργικής Απόφασης που προβλέπει ο νόμος του 1998 που ανέφερα. Εδώ, κύριε Υπουργέ, χρειάζεται πολύ μεγάλη προσοχή τόσο από τη δική σας πλευρά όσο και από την πλευρά του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης. Γενικώς, πρέπει να είναι σαφές το τι είναι αυτό που ρυθμίζει το κράτος.
Δεν είναι δυνατόν με τη λογική ή με την πρόθεση του να περιχαρακώσουμε την αγροτική γη, να οδηγήσουμε σε πνιγμό, σε ασφυξία κάθε άλλη παραγωγική δραστηριότητα ή και τη δυνατότητα του αγρότη να κτίσει, να αξιοποιήσει τη γη του, δηλαδή εκεί που καλλιεργεί να έχει και ένα σπίτι, κάτι που ξέρουμε ότι είναι πολύ συνηθισμένο σε όλη την Ελλάδα.
Θα κάνω μια αναφορά ακόμα, κύριε Υπουργέ, στο άρθρο 53. Εκεί ρυθμίζετε τα ζητήματα τα πολεοδομικά, που σχετίζονται με την Εκκλησία της Ελλάδος. Όμως, κύριε Υπουργέ, όπως γνωρίζετε στην Ελλάδα υπάρχει και η ημιαυτόνομη Εκκλησία της Κρήτης, υπαγόμενη στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, η οποία δεν είχε ως σήμερα τη ναοδομία που έχει η Εκκλησία της Ελλάδος, με αποτέλεσμα σε πάρα πολλές περιπτώσεις το θεσμικό πλαίσιο να μην τη καλύπτει και να έχει προβλήματα με πολλές υπηρεσίες και για τη διαχείριση των υφισταμένων κτισμάτων και για την ανέγερση νέων ναών ή άλλων.
Αυτό, κύριε Υπουργέ, πρέπει να αντιμετωπιστεί άμεσα, γιατί ήταν ένα λάθος που έγινε στο παρελθόν, το ότι δεν είχε αντιμετωπιστεί συνολικά η επικράτεια και δεν πρέπει αυτό να επαναλαμβάνεται σήμερα. Διότι η Κρήτη -και απ’ όσο γνωρίζω και στα Δωδεκάνησα υπάρχει αυτό το καθεστώς- είναι μια ορθόδοξη Εκκλησία, υπαγόμενη απευθείας στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, η οποία πρέπει να έχει τα ίδια ακριβώς δικαιώματα που έχει η Εκκλησία της Ελλάδος, γιατί και οι χριστιανοί ορθόδοξοι της Κρήτης και της Δωδεκανήσου έχουν ακριβώς τα ίδια δικαιώματα με τους χριστιανούς ορθοδόξους όλης της Ελλάδας.
Βάζετε τάξη, κύριε Υπουργέ, σε μια σειρά από χρονίζουσες παθογένειες πολεοδομικού χαρακτήρα σε όλη την Ελλάδα. Πιστεύω ότι θα φροντίσετε κι αυτό το ζήτημα.
Σας ευχαριστώ πολύ.