Παρέμβαση στην Επιτροπή Παραγωγής και Εμπορίου για τα Αγροτικά Θέματα

Διαρκής Επιτροπή Παραγωγής και Εμπορίου, με θέμα ημερήσιας διάταξης: Συνέχιση της επεξεργασίας και εξέτασης του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων «Διοικητικά μέτρα, διαδικασίες και κυρώσεις στην εφαρμογή της ενωσιακής και εθνικής νομοθεσίας στους τομείς των τροφίμων, των ζωοτροφών και της υγείας και προστασίας των ζώων και άλλες διατάξεις αρμοδιότητας του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων». (4η συνεδρίαση – β΄ ανάγνωση).

ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΜΩΡΑΪΤΗΣ (Προεδρεύων της Επιτροπής): Το λόγο έχει ο κ. Βολουδάκης.
ΜΑΝΟΥΣΟΣ ΒΟΛΟΥΔΑΚΗΣ: Είναι πολλά τα ζητήματα στο συγκεκριμένο νομοσχέδιο. Θα επιμείνω και πάλι σε αυτό στο οποίο επικεντρώθηκα και στην α΄ ανάγνωση επί των άρθρων, στο ζήτημα δηλαδή της αγοράς τροφίμων, του ρόλου του ΕΦΕΤ και της σύγχυσης αρμοδιοτήτων που υπάρχει γενικά στην διοίκηση και πως αντιμετωπίζεται με το νομοσχέδιο αυτό. Θα επιμείνω ότι παρά τις προθέσεις ενδεχομένως του Υπουργού, κατά την άποψή μου η σύγχυση αρμοδιοτήτων επιτείνεται, γιατί ορίζεται στο σχετικό άρθρο ότι αρμόδια αρχή είναι το Υπουργείο με τις υπηρεσίες του από την μια και ο ΕΦΕΤ από την άλλη, αρμόδια αρχή για την οργάνωση των επισήμων ελέγχων.
Στην συνέχεια δε του νομοσχεδίου, ενώ υπεισέρχεται ο συντάκτης σε απίστευτες λεπτομέρειες, καλώς ή κακώς ενώ μπαίνει σε τέτοια λεπτομέρεια της διαδικασίας και της ίδιας της ουσίας των επιβαλλομένων κυρώσεων κ.λπ., το νομοσχέδιο δεν έχει να πει ούτε μια λέξη για το πώς οργανώνεται αυτό το σύστημα που περιγράφετε. Δηλαδή ποια είναι η σχέση της ιεραρχίας, της διοικητικής δομής μεταξύ Υπουργείου, συγκεκριμένων διευθύνσεων και ΕΦΕΤ.
Θα το καταλάβαινα και ενδεχομένως υποκρύπτεται και μια τέτοια διάθεση στο κείμενο, αν έλεγε ο Υπουργός ότι ο ΕΦΕΤ γίνεται μια διεύθυνση του Υπουργείου. Διαφωνώ με μια τέτοια λογική αλλά θα ήταν μια καθαρή λύση, μια καθαρή δομή με τα υπέρ και τα κατά της. Αυτό που γίνεται τώρα επιτείνει την ήδη συγκεχυμένη κατάσταση μεταξύ Υπουργείου, ΕΦΕΤ και Περιφερειακής Αυτοδιοίκησης. Έχω πρόταση γι’ αυτό την οποία θα σας την καταθέσω και γραπτώς. Πρέπει να πω ότι παράλληλα αυτό που συμβαίνει τώρα εκ των πραγμάτων, δηλαδή αυτό το οποίο εισηγείται ο Υπουργός δια του νομοσχεδίου αυτού κατά την άποψή μου υποβαθμίζει τον ΕΦΕΤ σε μια περίοδο, στην οποία έχει καταγράψει σημαντικές επιτυχίες. Αναφέρομαι στα γνωστά πρόσφατα θέματα του αλογίσιου κρέατος στα αλλαντικά κ.λπ.. Το υποβαθμίζει ενώ είναι ένα τμήμα της Δημόσιας Διοίκησης που γενικά έχει καταγράψει επιτυχίες. Χειρίζεται το σύστημα RASF μέσα στην Ε.Ε. ως εν Ελλάδι υπεύθυνος, το ζήτημα της ειδοποίησης για προβλήματα στην αλυσίδα της διακίνησης τροφίμων κ.λπ.. Το αποτέλεσμα είναι ότι στην πατρίδα μας, παρότι και εμείς δεν είμαστε ούτε αλώβητοι ούτε άτρωτοι απ’ όλα αυτά που συμβαίνουν κατά καιρούς στην Ευρώπη και στον κόσμο με τα τρόφιμα τα τελευταία χρόνια, τα διατροφικά σκάνδαλα τα οποία κατά καιρούς έχουμε δει στην πατρίδα μας.
Οι συνέπειες ως τώρα ήταν ελαφρύτερες από τις άλλες χώρες της Ευρώπης, βεβαίως είμαστε και τυχεροί σε πολλές από τις περιπτώσεις αυτές, αλλά έχει κάνει και την δουλειά του σωστά ο ΕΦΕΤ και την κάνει και εκ των υστέρων, όπου παρουσιάζεται το πρόβλημα, επίσης σωστά σε γενικές γραμμές. Τέλειος δεν είναι κανείς, αν συγκρίνουμε όμως τον ΕΦΕΤ με το πώς είναι η δημόσια διοίκηση συνολικά και οι ελεγκτικοί μηχανισμοί ειδικότερα σε όλα τα Υπουργεία νομίζω ότι η σύγκριση είναι συντριπτική υπέρ του ΕΦΕΤ. Έχει δε ο ΕΦΕΤ μια πρόσθετη δυνατότητα που πρέπει να αξιοποιηθεί. Εν αντιθέσει προς το Υπουργείο, έχει δικές του περιφερειακές δομές. Το Υπουργείο λόγω του γνωστού θέματος, πως έχει διαρθρωθεί η κεντρική διοίκηση σε σχέση με την αυτοδιοίκηση στην Ελλάδα, για τους ελέγχους εκτός Αθηνών οφείλει να συνεννοείται με μια άλλη διοικητική δομή, που είναι οι αρμόδιες διευθύνσεις των περιφερειακών αυτοδιοικήσεων. Αυτό είναι βασικός παράγων συγχύσεως. Αυτό δεν το αντιμετωπίζει ο ΕΦΕΤ έχοντας δικές του περιφερειακές δομές, γι’ αυτό και μπορεί να λειτουργήσει καλύτερα ως συντονιστής.
Την λύση που προτείνω, γιατί δεν θέτω εν αμφιβόλω την υπαγωγή του ΕΦΕΤ στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης ούτε την ανάγκη του να υπάρχει μια αρχή, θα την καταθέσω γραπτά και είναι μια πολύ ξεκάθαρη διατύπωση που θα λέει το εξής: αρμόδια αρχή για τους επίσημους ελέγχους είναι το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης. Εννοείται ότι συμπεριλαμβάνονται όλοι του οι φορείς και οι υπηρεσίες. Άλλωστε δεν είναι μόνο ο ΕΦΕΤ φορέας που δεν είναι Διεύθυνση του Υπουργείου, υπάρχει το Μπενάκειο Φυτοπαθολογικό για παράδειγμα, που είναι σχετικό επίσης. Γιατί να μην αναφέρεται και αυτό, αν ακολουθούσαμε την λογική την οποία έχετε ως τώρα ακολουθήσει;
Ειδικά για τον κλάδο των τροφίμων και μάλιστα, μετά το στάδιο της πρωτογενούς παραγωγής, αρμόδιος είναι ο ΕΦΕΤ, όπως λειτουργεί και ως τώρα. Εδώ θα μπορέσει ο ΕΦΕΤ να αντιμετωπίσει και το πρόβλημα του συντονισμού ανά την Ελλάδα μεταξύ κέντρου – περιφέρειας και να λύσει αυτό που πρέπει να λυθεί αργότερα με συνταγματική αναθεώρηση.
Πρέπει να πω ότι θεωρώ πολύ σημαντικό να γίνει αυτό και γιατί δεν μπορεί να τιμωρείται ένας φορέας ο οποίος έχει λειτουργήσει σωστά και αποτελεσματικά, αλλά και γιατί η ως τώρα λειτουργία του ΕΦΕΤ έχει δημιουργήσει, εκτός και από επιτυχίες και ορισμένες αντιδράσεις, τις οποίες δεν πρέπει σε καμία περίπτωση η Πολιτεία να ενθαρρύνει. Ακούσαμε εδώ σε αυτή την Αίθουσα, έναν εκπρόσωπο φορέα να λέει ανερυθρίαστα ότι κακώς δημοσιοποιούνται τα αποτελέσματα των ελέγχων των τροφίμων, γιατί δυσφημείται κάποιος κλάδος. Τέτοιου είδους λογικές δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να ενθαρρύνονται. Ως γνωστόν το γεγονός ότι δημοσιοποιούνται τα αποτελέσματα των ελέγχων είναι ο σοβαρότερος αποτρεπτικός παράγων για οποιονδήποτε θα ήθελε να παραμείνει στην αγορά και επιτρέπεται η δημοσιοποίηση του αποτελέσματος του διοικητικού ελέγχου και από την ενωσιακή νομοθεσία. Έτσι μπορεί και το κάνει ο ΕΦΕΤ και το έχει κάνει πολύ επιτυχημένα.
Θεωρώ ότι αυτό είναι μέρος του προβλήματος, το σημαντικότερο, κατά την γνώμη μου, στο νομοσχέδιο. Θα επισημάνω επιγραμματικά ορισμένα στοιχεία ακόμη. Το νομοσχέδιο όπως είπα και πριν, μπαίνει σε πολύ μεγάλη λεπτομέρεια στα ζητήματα των κυρώσεων και των διαδικασιών επιβολής τους κ.ο.κ.. Κατά την γνώμη μου, αυτά θα έπρεπε να είναι υπουργικές αποφάσεις και όχι νόμοι γιατί όταν τώρα ερχόμαστε και νομοθετούμε γι’ αυτές τις ασύλληπτες λεπτομέρειες που καλούμεθα να νομοθετήσουμε, όταν έξω στην κοινωνία, στην παραγωγή αυτές αλλάξουν κατ’ ελάχιστο, δεν θα μπορεί ο Υπουργός με μια υπουργική απόφαση στην βάση εξουσιοδοτήσεων να αλλάξει τις διατάξεις, αλλά πρέπει να ξαναπεράσει από την Βουλή για να δούμε μήπως μια παράβαση πρέπει να επισύρει αντί για 500 ευρώ, 600 ευρώ πρόστιμο. Δεν είναι αυτός ο ρόλος ούτε του κοινοβουλίου ούτε της νομοθέτησης.
Ειδικότερα, σχετικά με τις κυρώσεις κάτι που πρέπει να επισημάνω ως εντελώς απαράδεκτο: προβλέπεται στο άρθρο 7, ότι κατασχέσεις ακατάλληλων προϊόντων κάτω από μια ορισμένη ποσότητα, 25 κιλών ή κάτω από μια αξία 2 χιλιάδων ευρώ για προϊόντα μεγάλης αξίας. Αυτές οι κατασχέσεις δεν επιδέχονται ενστάσεως. Ο διοικούμενος δεν μπορεί να υποβάλλει ένσταση. Είναι και μικρή η αξία, οπότε δεν θα πάει και στο δικαστήριο. Εδώ θεσμοθετούμε ανεξέλεγκτη διοίκηση, αυτό δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό, ειδικά σε μια χώρα στην οποία υπάρχει διαρκώς η υπόνοια της διαφθοράς. Έχουμε πάρα πολλά κρούσματα και δεν πρέπει να κρυβόμαστε, ελεγκτών και υπαλλήλων διαφόρων υπηρεσιών που κατά καιρούς φθάνουν στην δημοσιότητα χωρίς αυτό να αποτελεί δυσφήμηση για την πλειοψηφία που κάνει σωστά την δουλειά της. Αυτή η διεφθαρμένη μειοψηφία με μια τέτοια διάταξη, θα θεωρήσει ότι έχει βρει πεδίο δόξης λαμπρόν και ότι όλα είναι «μπάτε σκύλοι αλέστε» γιατί ο διοικούμενος δεν μπορεί να διαμαρτυρηθεί καν. Πρέπει λοιπόν αυτό να διορθωθεί.
Κάτι πάρα πολύ σημαντικό επίσης: μέσα στον κατεβατό των κυρώσεων δεν υπάρχει η αντιστοίχηση με τις σήμερα ισχύουσες διατάξεις. Είναι αυστηρότερες, επιεικέστερες ή ίδιες οι κυρώσεις;
Ερωτώ εγώ, ως σήμερα τι προβλέπονταν; Περισσότερο ή λιγότερο ή το ίδιο; Σπεύδω να πω, ότι δεν οφείλετε και δεν θα ήταν και φυσιολογικό να απαντήσετε αμέσως. Θα ρωτούσατε τους συνεργάτες σας και αυτοί θα συμβουλεύονταν τους υπολογιστές σας, για να απαντήσετε, αλλά η Βουλή πρέπει να έχει ένα μπούσουλα. Πώς καλούμαστε να ψηφίσουμε και τι ακριβώς; Αυτά είναι ζητήματα, τα οποία προκύπτουν από ένα γενικότερο πνεύμα, το οποίο θα πρέπει να ξαναδούμε. Δεν είναι δυνατόν σήμερα, να νομοθετούμε με τη λογική του παντοδύναμου κράτους, το οποίο είναι μάλιστα και παντεπόπτης και παντογνώστης. Ούτε παντεπόπτης ούτε παντογνώστης, γι’ αυτό και θα το επαναλάβω, ότι δεν είναι δουλειά του να διοργανώνει εορτές τύπου Θεσμοφόρεια, τα οποία παραπέμπουν σε άλλες εποχές, παραπέμπουν σε άλλα πνεύματα τύπου Σοβιετικής Ένωσης. Δεν μπορεί το κράτος να διοργανώνει γιορτές, για να προβάλει προϊόντα και μάλιστα να νομοθετεί γι’ αυτό. Πιστέψτε με, ο πρωτογενής και ο δευτερογενής τομέας, που θέλετε να φέρετε σε επαφή με αυτές τις γιορτές, μια χαρά έρχονται σε επαφή μεταξύ τους και χωρίς την παρέμβαση του κράτους. Αυτό που ζητούν, είναι να μην εμποδίζονται στη δουλειά τους. Η μόνη παραγωγική δύναμη που μπορεί να έχει ενδιαφέρον σε κάποια τέτοια θεσμοθέτηση, είναι υπαρκτή μεν, δεν είναι όμως ούτε του πρωτογενούς ούτε του δευτερογενούς τομέα. Είναι αυτοί που διοργανώνουν συνέδρια, είναι σύμβουλοι επικοινωνίας κ.λπ.. Δεν απαξιώνω τη δουλειά αυτή, αλλά δεν είναι μέσα στο αντικείμενο του νομοσχεδίου αυτού. Επιφυλάσσομαι για τη συνέχεια.