Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, μιλώντας σήμερα για ζητήματα αγροτικά, αναγκαστικά ξεκινάει κανείς από ζήτημα που δεν είναι αρμοδιότητα του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, έχει όμως κρίσιμη σημασία. Αναφέρομαι βέβαια, στο ζήτημα της φορολόγησης των αγροτών. Δεν θέλω να επεκταθώ σ’ αυτό, γιατί και το ίδιο το νομοσχέδιο είναι πολύ κρίσιμο.
Πρέπει, όμως, κύριε Υπουργέ, αυτά τα οποία εσείς γνωρίζετε, για τον τρόπο λειτουργίας του αγροτικού τομέα, να φροντίσετε να γίνουν κατανοητά και στο Υπουργείο Οικονομικών, ώστε να λυθούν ορισμένα θέματα.
Θα ήθελα να αναφέρω μόνο επικεφαλίδες. Δεν είναι , το κόστος του νερού που πληρώνεται στον ΤΟΕΒ και είναι μία από τις βασικές εισροές στον αγροτικό τομέα, να μην μπορεί να καταχωρηθεί ως δαπάνη στα βιβλία των αγροτών, με το αιτιολογικό ότι δεν έχει ΦΠΑ. Πρέπει να λυθεί έστω και νομοθετικά, διότι είναι αδιανόητο.
Επίσης, για μία σειρά από παρεμφερείς λόγους, δεν είναι δυνατόν να λέμε σήμερα ότι μετά από τρία χρόνια θα επιβληθεί τέλος επιτηδεύματος στους αγρότες. Η λογική του τέλους επιτηδεύματος δεν συνάδει προς της λογική της άσκησης του επαγγέλματος του αγρότη και πραγματικά δεν καταλαβαίνω ποιος σκέφτηκε να θεσπίσει σήμερα, από τώρα, κάτι τέτοιο με εφαρμογή σε τρία χρόνια από σήμερα. Είναι πολύ καλύτερα σε αυτό το διάστημα να κάνει κανείς αποτελεσματικότερη τη λειτουργία του συστήματος, παρά να βασίζεται σε οριζόντια και τυφλά μέτρα του τύπου του τέλος επιτηδεύματος.
Πριν μπω στο ίδιο το νομοσχέδιο, κύριε Υπουργέ, είμαι αναγκασμένος να αναφερθώ σε επίκαιρη ερώτηση που σας έχω καταθέσει, η οποία έχει προσδιοριστεί τρεις φορές για συζήτηση στην Αίθουσα αυτή και στις οποίες έχετε δηλώσει «κώλυμα», με τελευταία την περασμένη Πέμπτη, που είχαμε συζήτηση του νομοσχεδίου αυτού. Αναφέρομαι στην επίκαιρη ερώτησή μου σχετικά με τις προτάσεις του ΟΟΣΑ για το ελαιόλαδο.
Οι προτάσεις του ΟΟΣΑ γενικά είναι προς τη σωστή κατεύθυνση και πιστεύω ότι θα είναι απαραίτητο να εφαρμοστούν οι περισσότερες από αυτές ως μία βασική μεταρρύθμιση, απαραίτητη για τη λειτουργία της οικονομίας της πατρίδας μας και της αγοράς. Ειδικώς, όμως, στο ελαιόλαδο οι προτάσεις έχουν και ένα λάθος. Αυτήν τη στιγμή δεν είναι ζητούμενοούτε θα βοηθήσει σε τίποτε στα εμπόδια στην πραγματική λειτουργία της αγοράς, η παροχή της δυνατότητας σε όσους θέλουν να εμπορεύονται προϊόν πρόσμιξης του ελαιολάδου με άλλα λάδια. Αυτό δεν έχει καμμία λογική.
Σας κατέθεσα επίκαιρη ερώτηση και δεν έχετε απαντήσει ως τώρα. Ενδεχομένως και εδώ να μπορείτε να απαντήσετε. Αυτό, βέβαια, χρειάζεται συζήτηση, γιατί αυτό το σκέλος της πρότασης του ΟΟΣΑ είναι λάθος. Όμως, μέσα στην ίδια πρόταση υπάρχει και κάτι σωστό. Υπάρχει η πρόταση της απελευθέρωσης της εμπορίας ελαιολάδου σε μεγαλύτερες συσκευασίες, κάτι που είναι αίτημα και της αγοράς στην Ελλάδα.
Μπαίνω τώρα στα ζητήματα που αφορούν στο νομοσχέδιο και στις τροπολογίες που έχουν κατατεθεί. Επειδή ο χρόνος είναι περιορισμένος, δεν θα αναφερθώ στην τροπολογία για τα κόκκινα δάνεια που συνυπέγραψα κι εγώ και που συνυπέγραψαν και άλλοι συνάδελφοι.
Θα αναφερθώ σε μία τροπολογία που υπογράψαμε λιγότεροι και για την οποία δεν έχετε εκφράσει ακόμα άποψη και αφορά στην κατάργηση της χρηματοδότησης των αγροτοσυνδικαλιστικών οργανώσεων της ΠΑΣΕΓΕΣ και την ισόποση ενίσχυση με τους ίδιους πόρους πολύτεκνων οικογενειών αγροτών και κτηνοτρόφων.
ΔΙΑΜΑΝΤΩ ΜΑΝΩΛΑΚΟΥ: Αυτή την τροπολογία θα την ψηφίσει και το ΚΚΕ.
ΜΑΝΟΥΣΟΣ ΒΟΛΟΥΔΑΚΗΣ: Χαίρομαι ιδιαιτέρως που ακούω ότι και το ΚΚΕ θα ψηφίσει αυτή την τροπολογία. Είμαι σίγουρος ότι κι εσείς συμφωνείτε πως ο συνδικαλισμός δεν μπορεί να είναι κρατικός συνδικαλισμός αφενός και αφετέρου δεν μπορεί να υπάρχουν τέτοιου είδους χρηματοδοτήσεις σήμερα, όπου η ελληνική κοινωνία υφίσταται τα όσα υφίσταται και όπου έχει τις οικονομικές δυσκολίες που έχει. Δεν είναι δυνατόν χρήματα των αγροτών να πηγαίνουν για τη χρηματοδότηση των οργανώσεων αυτών, χωρίς μάλιστα εχέγγυα διαφάνειας στη διαχείριση. Ποιος ο λόγος; Να καταργηθεί, λοιπόν, αυτή η χρηματοδότηση και με τους πόρους αυτούς που είναι χρήματα των αγροτών, να ενισχυθούν οι οικογένειες των πολυτέκνων αγροτών και κτηνοτρόφων.
Κύριε Υπουργέ, κάνετε μία σειρά από παρεμβάσεις –με καλή πρόθεση, πιστεύω- στον τρόπο της λειτουργίας του αγροτικού τομέα αλλά και της αγοράς που συνδέεται μ’ αυτόν τον τομέα. Φοβάμαι, όμως, ότι αυτές οι παρεμβάσεις δημιουργούν προβλήματα. Σας τα είπα και στην επί της αρχής συζήτηση.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα για μένα αφορά αυτό το οποίο θεσπίζεται στο άρθρο 2 και συγκεκριμένα το πώς διαρθρώνονται οι αρμοδιότητες μέσα στο Υπουργείο και μεταξύ Υπουργείου και ΕΦΕΤ για τον έλεγχο των τροφίμων. Πιστεύω ότι από τη στιγμή που έχετε μέσα στο Υπουργείο αρκετές γενικές διευθύνσεις, με αντικείμενα που αφορούν τρόφιμα και έχετε και τον ΕΦΕΤ ως μία χωριστή αρχή που αφορά τα τρόφιμα, το να λέτε ότι αρμόδιες αρχές είναι το Υπουργείο με τις κατά περίπτωση αρμόδιες υπηρεσίες και ο ΕΦΕΤ, αυτό μπορεί να δείχνει ότι όλα είναι κάτω από την ομπρέλα του Υπουργείου, αλλά από τη στιγμή που δεν θεσπίζετε μέσα στο ίδιο νομοσχέδιο ποιος κάνει τι, θεωρώ ότι έχουμε βάλει μία ωρολογιακή βόμβα στη λειτουργία και στον έλεγχο της αγοράς. Την επόμενη φορά που –ο μη γένοιτο- θα έχουμε ξανά κάποιο διατροφικό σκάνδαλο απ’ αυτά που στο σύγχρονο κόσμο δυστυχώς κατά καιρούς επανέρχονται, όταν θα έλθει το σήμα τις Ευρωπαϊκής Ένωσης, ποιος θα το χειριστεί; Θα πηγαίνει μεταξύ των γενικών διευθύνσεων και του ΕΦΕΤ για να δουν ποιος έχει την ευθύνη; Θα φτάσει στον Υπουργό, για να λύσει αυτός το θέμα; Αυτό είναι λάθος, το τονίζω και το επισημαίνω.
Είμαι αναγκασμένος να πω ότι το συγκεκριμένο άρθρο το καταψηφίζω επειδή διαφωνώ απολύτως. Μπορεί να μην έχουμε ονομαστική ψηφοφορία, όμως είμαι υποχρεωμένος να διατυπώσω την άποψή μου στο Κοινοβούλιο. Πρέπει να πω ότι ακόμα κι αν λέγατε πως αρμόδια αρχή είναι το Υπουργείο, χωρίς καμμία περαιτέρω διευκρίνιση, παρ’ ότι θεωρώ ότι αυτό θα ήταν λάθος, θα ήταν όμως πολύ μικρότερο λάθος απ’ αυτό που έχετε κάνει τώρα, γιατί πιστεύω ότι αυτό που έχετε κάνει τώρα προκαλεί σύγχυση.
Επισημαίνω επίσης ως λάθος πνεύμα στην προσέγγιση του ελέγχου της αγοράς αυτό που θεσπίζετε στο άρθρο 7, δηλαδή το να υπάρχουν ορισμένες περιπτώσεις κατασχέσεων προϊόντων, έστω σχετικά μικρής αξίας ή μικρής ποσότητας, για τις οποίες ο παραγωγός ή ο έμπορος ή ο επιχειρηματίας δεν έχει δικαίωμα ενστάσεως. Πού ξανακούστηκε αυτό, δηλαδή να καταργείται το δικαίωμα του διοικούμενου να ασκήσει ένσταση κατά κάποιας ποινής που τού επιβλήθηκε;
Βέβαια, στο ίδιο κεφάλαιο στο άρθρο 23 θεσπίζετε τις ποινές και τις διοικητικές κυρώσεις και δίνετε στα ελεγκτικά όργανα την αρμοδιότητα να κρίνουν πρόστιμα εύρους από 500 ευρώ έως 60.000 ευρώ για την ίδια κατηγορία παραβάσεως, χωρίς να προσδιορίζετε με ποιον τρόπο πάει κανείς στα 500 ευρώ και με ποιον τρόπο πάει στα 60.000 ευρώ.
Αυτό προφανώς και αναποτελεσματικό είναι και δημιουργεί την ασάφεια και τη σύγχυση που αποτελεί, κύριε Υπουργέ, το έδαφος πάνω στο οποίο ανθεί η διαφθορά. Είναι κάτι πολύ χρήσιμο και πρέπει να το προσέξετε.
Παρά το ότι οι προθέσεις των συντακτών του νομοσχεδίου είναι ασφαλώς αγαθές και υπάρχουν αρκετές θετικές πρόνοιες, όπως αυτή που αφορά τον υπεύθυνο κτηνίατρο της μονάδας κ.ο.κ., αρκετά σημεία τα οποία ανέφερα -όλα μαζί- δείχνουν μια, κατά την άποψή μου, επιστροφή σε ένα παρωχημένο πνεύμα, το οποίο σε καμμία περίπτωση δεν είναι αυτό που θα μας βοηθήσει να βγούμε από την κρίση, εκτός και αν κάποιος πιστεύει –και νομίζω, κύριε Υπουργέ, ότι εσείς δεν το πιστεύετε- ότι η έξοδος από την κρίση θα ήταν ένα ταξίδι στο χώρο και στο χρόνο που θα μας πάει στη Σοβιετική Ένωση.
Σε αυτό το ίδιο πνεύμα πιστεύω ότι είναι και η γραφειοκρατική εμμονή στο να ρυθμίζουν οι υπηρεσίες μέσα σε τόση σύγχυση το τι θα γίνουν –η ενίσχυση της γραφειοκρατίας. Το ίδιο πνεύμα είναι και η ενίσχυση των αγροτοσυνδικαλιστών, που θέλω να πιστεύω ότι θα το λύσετε αποδεχόμενος την τροπολογία. Και για να πάω στα μικρότερα αλλά δηλωτικά πνεύματος σημεία του νομοσχεδίου, το ίδιο πνεύμα υπάρχει και σε ρυθμίσεις όπως για αυτές τις περίφημες κρατικές γιορτές για την ανάδειξη των προϊόντων, τα θεσμοφόρια ή για ρυθμίσεις που λένε ότι για να έχει κανείς ένα θηλυκό σκυλί στο σπίτι του, αν αυτό το σκυλί γεννά, θα πρέπει να πάρει άδεια εκτροφέα. Αυτά, κύριε Υπουργέ, δεν είναι το ζητούμενο.
Είμαι βέβαιος ότι θα το καταλάβετε και εσείς. Περιμένω να ακούσω τις απόψεις σας για το ζήτημα αυτό, για να μπορέσουμε να έχουμε έναν πρωτογενή τομέα που θα λειτουργεί φυσιολογικά και ομαλά με την αγορά για να απελευθερώνει τις παραγωγικές δυνάμεις του τόπου.
Σας ευχαριστώ.