Ομιλία Μ. Βολουδάκη στην Ολομέλεια για τη μεταρρύθμιση της Δημόσιας Διοίκησης

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, συζητάμε σήμερα για τη μεταρρύθμιση της Δημόσιας Διοίκησης και πρέπει να επικεντρωθούμε σ’ αυτό που είναι η μεγάλη εικόνα. Το τονίζω ξεκινώντας, γιατί βλέπω τη συζήτηση στην Αίθουσα αυτή να επικεντρώνεται, σε πολλές περιπτώσεις, σε ειδικότερα θέματα και λεπτομέρειες, που ενδεχομένως αποκτούν στο μικρόκοσμο της πολιτικής, μεγαλύτερη βαρύτητα απ’ όσο έχουν στην κοινωνία συνολικά. Όμως, είμαστε υποχρεωμένοι σε αυτήν την εποχή και σε αυτήν τη συγκυρία, να δούμε τη συνολική, τη μεγάλη εικόνα.

Αν, λοιπόν, μιλήσει κανείς με το μέσο πολίτη, αν μιλήσει με πολλούς πολίτες -να το πω διαφορετικά- το πιθανότερο είναι ότι θα δει ότι η εικόνα του πολίτη για το κράτος, για τη διοίκηση, είναι ότι πάσχει από μία βαριά δυσλειτουργία, ότι είναι γραφειοκρατική, ότι δεν παράγει τα αποτελέσματα που πρέπει να παράγει και ότι επιβαρύνει και το φορολογούμενο πολίτη περισσότερο απ’ όσο θα έπρεπε, δεδομένου του αποτελέσματος.

Βέβαια, πρέπει να πω ότι η ίδια εικόνα θα υπάρχει και στο εσωτερικό της Δημόσια Διοίκησης, αν το ψάξει κανείς, από τους πάρα πολλούς άξιους δημοσίους υπαλλήλους, οι οποίοι έχουν και την όρεξη και τη διάθεση να δουλέψουν και, όμως, αγκυλώσεις και δομές του παρελθόντος δεν τους το επιτρέπουν. Αυτά είναι που πρέπει να αντιμετωπίσουμε.

Πιστεύω, κύριε Υπουργέ, ότι και στα τρία κεφάλαια του νομοσχεδίου κινείστε προς τη σωστή κατεύθυνση, αντιμετωπίζοντας τα μεγάλα αυτά προβλήματα. Θα προσπαθήσω πολύ σύντομα να αναφερθώ και στα τρία.

Στο ένα σκέλος, στην απλούστευση των διαδικασιών, η κατάργηση της επικύρωσης των αντιγράφων είναι πάρα πολύ σημαντική, όσο και απλή μεταρρύθμιση. Και το κάνετε πάρα πολύ σωστά. Πιστεύω ότι είναι αδιανόητο σήμερα να θεωρεί κανείς ότι διασφαλίζεται το δημόσιο αλλά και ο συναλλασσόμενος πολίτης, με την προσθήκη σφραγίδων και υπογραφών.

Ενδεχομένως, πρέπει να υπάρξουν κάποιες ρυθμίσεις που να διασφαλίζουν ότι σε περίπτωση πλαστότητας, οι ποινές θα είναι βαρύτερες απ’ ότι συνήθως και θα γίνεται κάποιος δειγματοληπτικός έλεγχος για να είμαστε καλυμμένοι απ’ όλες τις απόψεις. Όμως, είναι σίγουρα μία πολύ σημαντική μεταρρύθμιση αυτή που φέρνετε.

Σημειώνω ιδιαίτερα τον υπολογισμό που έχετε κάνει των ανθρωποωρών που κοστίζει στο δημόσιο, στον Έλληνα φορολογούμενο δηλαδή, που καταλήγει σε περίπου χίλιους υπαλλήλους να εργάζονται αποκλειστικά στο δημόσιο γι’ αυτήν τη δουλειά.

Θα πρέπει στο σημείο αυτό να επισημάνω ότι αν θέλουμε να λύσουμε ριζικότερα το πρόβλημα αυτό, πρέπει οπωσδήποτε να προχωρήσουμε, κύριε Υπουργέ, στην ψηφιακή υπογραφή στο δημόσιο. Ξέρετε ότι έχει γίνει κάποια προεργασία. Μέσα στο 2013, στο πρώτο εξάμηνο, εκπαιδεύθηκαν περίπου επτά χιλιάδες στελέχη της Δημόσιας Διοίκησης στην ψηφιακή υπογραφή, απέκτησε το δημόσιο τα ψηφιακά πιστοποιητικά, τις άδειες χρήσης, δηλαδή, του λογισμικού για την ψηφιακή ταυτοποίηση των υπογραφών. Πιστεύω ότι εκεί υπάρχει ακόμα πολλή δουλειά να γίνει. Και αυτή πρέπει να είναι η κατεύθυνση.

Έρχομαι τώρα στο κεφάλαιο της αξιολόγησης. Είναι το πλέον αυτονόητο. Δεν υπάρχει οργανισμός στον πλανήτη, δημόσιος ή ιδιωτικός, που να μην έχει κάποιο σύστημα αξιολόγησης. Βέβαια, αυτή η αξιολόγηση δεν μπορεί να είναι της μορφής που υπάρχει ως σήμερα στην ελληνική Δημόσια Διοίκηση με τα «δεκάρια» παντού.

Ακούω την Αντιπολίτευση -και εδικά την Αξιωματική Αντιπολίτευση- να διαμαρτύρεται, γιατί είναι ένα αυθαίρετο ποσοστό αυτό το οποίο συνδέεται με συγκεκριμένους βαθμούς. Θα το ακούσω. Έχετε εναλλακτική λύση να προτείνετε; Προτείνετε εναλλακτική λύση. Δεν μπορεί να είναι η εναλλακτική ότι όλοι παίρνουν «δέκα». Διότι αυτήν τη στιγμή, η νομοθετική πρωτοβουλία της Κυβέρνησης βρίσκει έναν τρόπο να λυθεί το θέμα αυτό. Μπορεί να επιδέχεται βελτίωση. Πιστεύω ότι επιδέχεται. Όμως, δεν μπορεί η λύση να είναι απλώς η ακινησία, όπως προτείνετε σε κάθε περίπτωση.

Επειδή η αξιολόγηση έχει γίνει της μόδας γενικά ως όρος και δύσκολα κανείς μπορεί να πει ότι είναι κατά της αξιολόγησης, έχει εφευρεθεί από ορισμένους και μία παραλλαγή ότι «ναι, θέλουμε αξιολόγηση αλλά να μην είναι τιμωρητική». Ε, δεν μπορεί η αξιολόγηση να μοιράζει μόνο βραβεία. Δεν θα ήταν αξιολόγηση αυτό. Είναι δεδομένο πως στην αξιολόγηση θα έχεις και ένα κόστος.

Κύριε Υπουργέ, και εδώ είστε σε απόλυτα σωστή κατεύθυνση. Το μόνο που θα ήθελα να επισημάνω, είναι ότι επειδή κι εσείς αναγκαστικά στη δομή που έχετε δημιουργήσει βασίζεστε στη στατιστική αποτύπωση της πραγματικότητας -και δεν μπορεί να γίνει διαφορετικά- για να δουλεύει η στατιστική χρειάζεται μεγαλύτερα μεγέθη. Πιστεύω ότι πρέπει να ανάγονται τα ποσοστά που έχετε σε μονάδες μεγαλύτερες των γενικών διευθύνσεων για να αποφευχθούν δυσλειτουργίες του τύπου «μία γενική διεύθυνση έχει πολύ λίγα άτομα και δεν μπορεί να ενταχθεί στην κλιμάκωση αυτή των βαθμών».

Έρχομαι στο ζήτημα της καταργήσεως και συγχωνεύσεως άλλων φορέων. Είναι ένα ζήτημα που συζητείται πολλά χρόνια στην πατρίδα μας και συζητείται με μία διάσταση υπερβολής πρέπει να πω. Το λέω αυτό, έχοντας χειριστεί και το θέμα, όχι, βέβαια, έχοντας τυπικά την αρμοδιότητα, αλλά έχοντας συντονίσει μια προσπάθεια που έγινε στο διάστημα της τρικομματικής κυβέρνησης του 2012-2013.

Η ανάγκη των συγχωνεύσεων και των καταργήσεων φορέων υπάρχει. Είναι ένα αναγκαίο «νοικοκύρεμα» στη Δημόσια Διοίκηση. Δεν πρέπει να παρουσιάζεται ως η μείζονα τομή. Και αυτό, γιατί είναι λάθος η αντίληψη που πολλοί έχουν καλλιεργήσει, ότι υπάρχουν εκατοντάδες φορείς που μπορεί κανείς να τους «βγάλει από την πρίζα» -να το πω έτσι- να τους καταργήσει και να λύσει το πρόβλημα, γιατί δεν παρήγαγαν τίποτα ή γιατί δεν υπάρχουν. Χρειάζονται, κυρίως, συγχωνεύσεις στον τομέα αυτόν. Πρέπει, όμως, να γίνει σαφές ότι δεν είναι εδώ η καρδιά του προβλήματος του δημοσίου.

Θα σας πω ένα πολύ απλό παράδειγμα. Η υπηρεσία, απ’ όσο γνωρίζω στις μέρες που διατέλεσα Υφυπουργός εκεί, είχε μία εισήγηση που πρότεινε συγχώνευση περίπου επτακοσίων φορέων. Αυτοί οι επτακόσιοι τόσοι φορείς συνολικά, απασχολούσαν περί τους δεκατρείς χιλιάδες ανθρώπους σ’ ένα δημόσιο των εξακοσίων χιλιάδων υπαλλήλων.

Άρα, δεν είναι εκεί η καρδιά του προβλήματος.

Είναι αναγκαίο το νοικοκύρεμα και πολύ σωστά πράττει ο Υπουργός. Να κάνω εδώ μια παρένθεση. Δεν καταλαβαίνω τα κουβαρνταλίκια ορισμένων συναδέλφων, που λένε «ξέρετε, είναι μικρή η εξοικονόμηση των πόρων που επιτυγχάνεται». Αυτό, κύριοι συνάδελφοι, με συγχωρείτε, να το πείτε στις περιφέρειές σας, ότι δηλαδή για κάτι που δεν βρίσκεται ότι είναι χρήσιμο αλλά απλώς θεωρείτε ότι είναι λίγα τα δύο, τρία, τέσσερα εκατομμύρια ευρώ το χρόνο, να πείτε «ας το αφήσουμε».

Λοιπόν, είναι αναγκαίο το νοικοκύρεμα, όχι όμως με τη διάσταση που δίνουν ορισμένοι, Και πρέπει εδώ να επισημάνω ότι αυτό που ο καλός συνάδελφος ο κ. Τσούκαλης είπε νωρίτερα, ότι παρεδόθη στο σημερινό Υπουργό μια κατάσταση εκατοντάδων φορέων ή ένα νομοσχέδιο προς συγχώνευση ή κατάργηση, δεν είναι ακριβές. Οι χίλιοι πεντακόσιοι φορείς που ανέφερε ο κ. Τσούκαλης, είναι το σύνολο των φορέων της γενικής κυβέρνησης, που βεβαίως δεν μπορούν ούτε να καταργηθούν ούτε να συγχωνευτούν.

Το νομοσχέδιο, που ήταν, πράγματι, έτοιμο, αφορούσε δέκα επτά φορείς σε συνέχεια και του πρώτου κύματος στις αρχές του 2013, που ήταν κάπου διακόσια νομικά πρόσωπα, ουσιαστικά είκοσι ένας φορείς τότε.

Πρέπει να είμαστε και εδώ ειλικρινείς, γιατί η αλήθεια βγαίνει. Στην πραγματικότητα, στη διάρκεια της τρικομματικής κυβέρνησης, οι ισορροπίες της οδήγησαν στα ζητήματα της Δημόσιας Διοίκησης και σε πολλές φορές σε μια αναβλητικότητα.

Μια αναβλητικότητα στα δύσκολα, όπου υπήρχε κόστος. Αυτό, δεν μπορεί να χρεώνεται συνολικά στην Κυβέρνηση ούτε βέβαια στη σημερινή προσπάθεια που γίνεται. Η προσπάθεια από την πλευρά της Αντιπολίτευσης να υπάρξει αδράνεια και ακινησία, φαίνεται πάρα πολύ καλά σε μια απλή φράση, την οποία απομόνωσα από την εισήγηση του αξιότιμου Εισηγητή του ΣΥΡΙΖΑ. Είπε, λοιπόν, διεκτραγωδώντας γενικά την κατάσταση και παρουσιάζοντας αυτό που προκύπτει από το νομοσχέδιο αυτό σαν κάτι αντίστοιχο με τη μικρασιατική καταστροφή, μέσα στα πολλά τα οποία με το λυρικό του λόγο που ανέφερε ο καλός συνάδελφος, ότι το νομοσχέδιο αυτό καταρρακώνει υπηρεσιακές συνήθειες.

Πράγματι, δεν μπορούμε να βασιζόμαστε στην υπηρεσιακή συνήθεια. Αυτό που ζητάει η κοινωνία, είναι ακριβώς πώς θα αλλάξουμε αυτές τις συνήθειες που μας φέρανε εδώ. Και αυτό, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι της Αντιπολίτευσης, πρέπει να το καταλάβετε, γιατί η απάντηση στην κρίση δεν μπορεί να είναι η ακινησία.

Ευχαριστώ πολύ.