Μεταξύ άλλων, αναφέρθηκα στην ανάγκη το Σύνταγμα να διασφαλίζει όχι μόνο τα ατομικά δικαιώματα, αλλά και την έκφραση της συλλογικής ταυτότητας της πλειοψηφία των πολιτών. Αυτή την ανάγκη καλύπτει στο Σύνταγμά μας η αναφορά στην επικρατούσα θρησκεία, στην υποχρέωση του κράτους να αναπτύσσει την εθνική συνείδηση δια της Παιδείας, να προστατεύει την οικογένεια ως θεμέλιο του έθνους.
Ευχαριστώ, κύριε Πρόεδρε.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είναι γεγονός ότι η προηγούμενη Βουλή μας κληροδότησε πολλούς περιορισμούς ως προς το τι είναι δυνατόν να αναθεωρηθεί και αυτό περιορίζει πράγματι και το πεδίο και την αποτελεσματικότητα της αναθεώρησης, όμως, υπάρχει η δυνατότητα να γίνουν πολλά.
Μιλώντας επί των γενικών αρχών της αναθεώρησης πιστεύω καταρχάς ότι το Σύνταγμά μας έχει ανάγκη απλούστευσης. Το Σύνταγμά μας δεν έχει για όποιον το διαβάζει την μορφή του κειμένου που θα περίμενε σε έναν καταστατικό χάρτη, στο σύνολο των κανόνων που διέπουν τον τρόπο ορισμού των κανόνων.
Εκεί περιμένει κανείς να δει τα πολύ βασικά και στοιχειώδη, με έναν πολύ λιτό, λακωνικό, αυστηρό τρόπο. Δεν συμβαίνει έτσι. Στο δικό μας Σύνταγμα έχουν προστεθεί με τα χρόνια στρώματα διατάξεων, οδηγώντας το σε όλο και μεγαλύτερη εξειδίκευση, ακόμα και με ερμηνευτικές δηλώσεις σε πολλές περιπτώσεις και σε πολλές περιπτώσεις με διατυπώσεις που αγγίζουν τα όρια της φλυαρίας.
Υπάρχει αποτυπωμένη στο Σύνταγμα μία διάθεση υπερρύθμισης της πολιτείας, την οποία πρέπει να αντιμετωπίσουμε. Υπάρχει στο Σύνταγμά μας μέχρι και διάταξη η οποία επιβάλλει στην πολιτεία να προωθεί την ηθική εξύψωση του αγροτικού και αστικού πληθυσμού, με αυτά τα λόγια. Ομολογώ ότι θα ήθελα να συναντήσω το φυσικό συντάκτη της διάταξης αυτής να μου πει τι ακριβώς εννοούσε και πώς ακριβώς θα το κάνει αυτό το κράτος.
Όσον αφορά την απλούστευση λοιπόν, μια που μιλάμε για γενικές αρχές σήμερα, επιτρέψτε μου μία παρένθεση. Όταν ο Μιχαήλ Άγγελος ολοκλήρωσε το άγαλμα του Δαβίδ, που θεωρήθηκε τότε ένα πολύ μεγάλο αριστούργημα και στην εποχή του, λέγεται ότι ρωτήθηκε πώς κατάφερε αυτό το μεγάλο αριστούργημα. Και είπε: «Πήρα ένα κομμάτι μάρμαρο και αφαίρεσα ό,τι δεν ήταν ο Δαβίδ». Νομίζω ότι έτσι πρέπει να προσεγγίσουμε την πραγματικότητα.
Η πρόταση της σημερινής αντιπολίτευσης, όπως διατυπώθηκε στην προηγούμενη Βουλή και όπως συνεχίζεται και σήμερα, είναι προς την αντίθετη κατεύθυνση. Εκφράζει μια διαφορετική φιλοσοφία, όπου σε ένα Σύνταγμα που είναι ήδη αρκετά επιβαρυμένο θέλει να προσθέσει κι άλλες ρυθμίσεις, οι οποίες θα κατευθύνουν τα πράγματα και προς την κατεύθυνση πλέον των πολιτικών που θα ακολουθεί το κράτος στην πορεία.
Δεν μπορεί, πιστεύω, να είναι αυτό το περιεχόμενο ενός Συντάγματος. Ένα Σύνταγμα δεν πρέπει να κατευθύνει τις πολιτικές προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση. Ένα Σύνταγμα πρέπει να διασφαλίζει τα απαραίτητα κι από κει και πέρα, να αφήνει τον μεν κοινό νομοθέτη να νομοθετεί αυτά που πρέπει, τη δε κοινωνία να μπορεί να αναπτυχθεί ελεύθερα. Αυτή είναι η βάση της αντιπροσωπευτικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας.
Στην πραγματικότητα αυτή τη φιλοσοφία που μόλις σας περιέγραψα, της υπερρύθμισης, εκφράζει αντιλήψεις του 19ου αιώνα, έστω κι αν έρχεται σήμερα πολύ συχνά να παρουσιαστεί ως προσπάθεια εκσυγχρονισμού, είτε του Συντάγματός μας είτε της πολιτικής μας ζωής γενικότερα. Τότε, το 19ο αιώνα, η επιστήμη έκανε άλματα και οι άνθρωποι έκαναν το λάθος να πιστέψουν ότι ο κόσμος μοιάζει με ένα ρολόι που μπορείς να το ρυθμίσεις στην κάθε του λεπτομέρεια.
Ο 20ος αιώνας υπήρξε αμείλικτος με αυτή την πλάνη ότι τα πράγματα πηγαίνουν διαρκώς προς το καλύτερο. Ήρθαν οι Παγκόσμιοι Πόλεμοι και προκάλεσαν καταστροφές και ανέτρεψαν όλες τις βεβαιότητες. Μετά η ίδια η φιλοσοφία της επιστήμης, ήδη εδώ και πάνω από πενήντα-εξήντα χρόνια, από τη δεκαετία του 1960, του 20ου αιώνα, έχει αποκηρύξει ουσιαστικά τις περί «επιστημονικής βεβαιότητος» θέσεις. Στην πραγματικότητα η φιλοσοφία της επιστήμης από τότε θεωρεί ότι η επιστημονική γνώση είναι προσωρινή πάντα και υπό την αίρεση της διάψευσης. Μόνο με αυτή την αίρεση είναι επιστημονική.
Και βέβαια, ήρθε κι άλλο ένα χτύπημα σε αυτές τις βεβαιότητες του 19ου αιώνα που κατευθύνουν αυτούς που σήμερα θέλουν την υπερρύθμιση. Ήρθε το καθοριστικό χτύπημα στα τέλη της δεκαετίας του 1980 και του 1990, όπου το πολιτικό σύστημα στην Ανατολική Ευρώπη και αλλού, όπου η πολιτεία ρύθμιζε τα πάντα, κατέρρευσε με πάταγο.
Σήμερα, λοιπόν, πρέπει να κινηθούμε διαφορετικά. Προσεγγίζω με δέος τη διαδικασία της Συνταγματικής Αναθεώρησης σκεπτόμενος ότι οι διατάξεις που βλέπουμε σήμερα, ακόμα και από αυτές τις προς απλούστευση ή κατάργηση που λέω, απηχούν, ενδεχομένως, κάτι από σπουδαίες συνταγματικές προσπάθειες που έχουν γίνει στην πατρίδα μας, από το Σύνταγμα της Επιδαύρου, ενδεχομένως, -από τα πιο φιλελεύθερα Συντάγματα της εποχής του, το πρώτο Σύνταγμα της Επανάστασης- από το Σύνταγμα του 1864, που μας έκανε ήδη τότε λειτουργική κοινοβουλευτική Δημοκρατία, από το Σύνταγμα του 1911, την μεγάλη μεταρρύθμιση του Ελευθερίου Βενιζέλου.
Με προσοχή, λοιπόν, πρέπει να το προσεγγίσουμε. Γιατί, κυρίως τα δικά μας Συντάγματα έχουν πετύχει μια πολύ σημαντική σύνθεση, που στον σημερινό κόσμο γίνεται εξαιρετικά επίκαιρη. Έχουν πετύχει τη σύνθεση ανάμεσα στην φιλελεύθερη βάση, που κατοχυρώνει τα ατομικά δικαιώματα, και στην έκφραση της συλλογικής ταυτότητας της πλειοψηφίας.
Η αναφορά στην επικρατούσα θρησκεία είναι μια απ’ αυτές τις εκφράσεις της συλλογικής ταυτότητας της πλειοψηφίας. Η αναφορά στην ανάγκη της ανάπτυξης της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης είναι το ίδιο. Η αναφορά στην οικογένεια ως θεμέλιο του έθνους, που ως εκ τούτου πρέπει να τελεί υπό την προστασία του κράτους, είναι ένα από τα στοιχεία της συλλογικής ταυτότητας της πλειοψηφίας που πρέπει να εκφράζεται στη λειτουργία της πολιτείας.
Κατάφεραν, λοιπόν, τα Συντάγματά μας μέχρι σήμερα τη σύνθεση αυτών των δύο επιφανειακά ίσως αντικρουόμενων δυνάμεων, δηλαδή, από τη μία τα ατομικά δικαιώματα και από την άλλη η συλλογική ταυτότητα της πλειοψηφίας.
Γιατί, λέω ότι αυτό γίνεται πολύ επίκαιρο στον σύγχρονο κόσμο; Γιατί σε ολόκληρη την Ευρώπη η δημοκρατία αντιμετωπίζει μία κρίση από το γεγονός ακριβώς ότι ο τρόπος λειτουργίας πολλών κρατών με τα σημερινά δεδομένα δεν μπορεί να διασφαλίσει αυτήν τη σύνθεση.
Γιατί σήμερα τα δεδομένα που έχουν προκύψει με τη μετανάστευση, με τη δημογραφική κατάσταση της Ευρώπης, με την τεχνολογική πρόοδο και ό,τι αυτή συνεπιφέρει για τον τρόπο επικοινωνία κ.λπ., έχουν δημιουργήσει μεγάλη σύγχυση και ανασφάλεια σε μεγάλα τμήματα του πληθυσμού και της Ευρώπης και των εθνών-κρατών της Ευρώπης, τα οποία τελικά καταλήγουν να αποξενώνουν τους πολίτες από τα κράτη τους και από την Ευρωπαϊκή Ένωση βέβαια. Γιατί; Γιατί αισθάνονται ότι αυτά τα πολιτειακά μορφώματα, είτε είναι κράτος είτε είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση, σε πολλές περιπτώσεις δεν εκφράζουν αυτό που είναι η ταυτότητα των ανθρώπων.
Και ξέρετε, τα ατομικά δικαιώματα είναι προφανώς πυλώνας της σύγχρονης δημοκρατίας, αλλά δεν μπορεί να υπάρχει δημοκρατία χωρίς κοινωνικό σύνολο. Γι’ αυτό η σύγχρονη δημοκρατία, όπως την γνωρίζουμε, ξεκίνησε ταυτόχρονα και ουσιαστικά αναπτύχθηκε με τα εθνικά κράτη στην Ευρώπη. Αυτό σημαίνει ότι εάν εμείς καταφέρουμε να συνεχίσουμε τη σύνθεση αυτή και να την προσαρμόσουμε στα σημερινά δεδομένα, όχι μόνο δεν είμαστε προσκολλημένοι στο παρελθόν, αλλά αντιθέτως μπορούμε να βρεθούμε στην πρωτοπορία αντιμετώπισης πραγματικών προβλημάτων της Ευρώπης.
Έχουμε τώρα τη δυνατότητα –όπως είπα στην αρχή- να κάνουμε ουσιαστικές παρεμβάσεις κατ’ αρχάς για την αποτελεσματικότητα του κράτους. Η αποσύνδεση της εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας από τη διενέργεια βουλευτικών εκλογών είναι ένα χαρακτηριστικό τέτοιο σημείο. Έχουμε τη δυνατότητα να βελτιώσουμε την αντίληψη του πολίτη για το κράτος.
Γιατί στα χρόνια της οικονομικής κρίσης ο πολίτης αποξενώθηκε και για ένα άλλο ακόμα λόγο από το κράτος στην Ελλάδα. Γιατί η επίθεση που δέχτηκε η καθημερινότητα, όπως την γνωρίζαμε, διόγκωσε τα προβλήματα που υπήρχαν σε θεσμούς όπως είναι ο νόμος περί ευθύνης Υπουργών και η συνταγματική του προστασία στο άρθρο 86. Εκεί, λοιπόν, η κατάργηση της αποσβεστικής προθεσμίας όπως αντίστοιχα οι περιορισμοί στην βουλευτική ασυλία, θα δημιουργήσουν μια καινούρια βάση. Μπορούν να βελτιώσουν τη σχέση του πολίτη με το κράτος, να κάνουν ξανά τον πολίτη να νιώθει την πολιτεία και το κράτος όχι κάτι ξένο, αλλά την έκφραση της συλλογικής τους ταυτότητας μέσα στην οποία μπορεί να λειτουργήσει.
Η αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία υπέστη αυτά τα χρόνια μια επίθεση απ’ όλες τις πλευρές.
(Σε αυτό το σημείο χτυπάει το κουδούνι λήξεως του χρόνου ομιλίας του κυρίου Βουλευτή)
Τελειώνω σε μισό λεπτό, κύριε Πρόεδρε.
Η αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία όπως την γνωρίζουμε υπέστη επίθεση απ’ όλα τα μέτωπα ταυτόχρονα, από την οικονομική κρίση, από την κρίση της ταυτότητας που περιέγραψα, από την αλλαγή των δεδομένων. Απέναντι σε αυτήν την επίθεση πρέπει εμείς να αμυνθούμε, πρέπει να υπερασπίσουμε τους θεσμούς της αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Γιατί παρά τα όσα προβλήματα πράγματι έχει, μέχρι σήμερα κανείς δεν μας έχει προτείνει μια πειστική εναλλακτική πρόταση. Η αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία είναι το πρόσφατο παρελθόν μας, είναι και το μέλλον μας.
Σας ευχαριστώ πολύ.