Παρακολουθήστε την τοποθέτηση του βουλευτή Χανίων της Ν.Δ. Μανούσου Βολουδάκη στην κοινή συνεδρίαση των επιτροπών της Βουλής Παραγωγής και Εμπορίου και Προστασίας Περιβάλλοντος για την επεξεργασία και εξέταση του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας «Εθνικός Κλιματικός Νόμος – Μετάβαση στην κλιματική ουδετερότητα και προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή»:
Το πλήρες κείμενο της ομιλίας από τα πρακτικά:
«Ευχαριστώ, κύριε Πρόεδρε.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η πατρίδα μας αποκτά για πρώτη φορά ένα νομό για το κλίμα με παρεμβάσεις στο σύνολο των δραστηριοτήτων, στο σύνολο της οικονομίας, σε μια προσπάθεια να προσαρμοστούμε στους στόχους τους παγκόσμιους της Συμφωνίας των Παρισίων αλλά και τους ευρωπαϊκούς, της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για κλιματικά ουδέτερη οικονομία μέχρι το 2050.
Αγαπητοί συνάδελφοι του ΣΥΡΙΖΑ, μη λέτε και ξαναλέτε ότι δεν είναι ο πρώτος νόμος γιατί είχαμε και τον νόμο του 2016, το δικό σας, γιατί τότε κυρώσατε αυτούσια τη Συμφωνία των Παρισίων και μια κύρωση μιας Διεθνούς Συμφωνίας δεν είναι βέβαια νόμος που εξειδικεύει με ποιες πολιτικές επιτυγχάνονται οι στόχοι.
Καταρχάς, προσυπογράφω πλήρως τα όσα ανέφερε ο συνάδελφος ο κ. Καλογιάννης πριν λίγο σε σχέση με την ανάγκη να βλέπουμε τι γίνεται όχι μόνο στην Ελλάδα και στην Ευρώπη, αλλά παγκόσμια σε σχέση με την πολιτική αυτή. Δεν θα μπω σε λεπτομέρειες γιατί είναι πολλά και δεν θα προλάβω να τα πω όλα.
Μερικά επιμέρους ζητήματα: Άρθρο 11, λιγνίτης. Εδώ κ. Υπουργέ περιμένατε υποθέτω κάποιο σχόλιο από μένα και πρέπει να πω ότι βρίσκω θετικό το γεγονός ότι η απαγόρευση της καύσης λιγνίτη για παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας πηγαίνει το 2028, δηλαδή, πιο μακριά από διάφορες εξαγγελίες που είχαν γίνει. Με άλλα λόγια αναθεωρήθηκε το πρόγραμμα της απολιγνιτοποίησης, πήγε πιο πέρα, προφανώς δείχνοντας μια προσαρμοστικότητα και ευελιξία στις ακραίες συνθήκες της ενεργειακής κρίσης. Αυτό είναι ασφαλώς θετικό.
Πρέπει, όμως, να πω ότι πιστεύω ότι και πάλι θα έπρεπε να είναι διαφορετική η προσέγγιση. Πιστεύω ότι χρειάζεται μια δεκαετία grosso modo η απολιγνιτοποίηση και εν πάση περιπτώσει, επειδή αυτό είναι κάτι που δεν μπορεί να γίνει πολύ σαφές σε αυτή τη φάση, αυτό που χρειάζεται, κατά την άποψή μου, θα είναι να συνδεθεί η απολιγνιτοποίηση με την πραγματική διείσδυση των ΑΠΕ και μάλιστα συγκεκριμένα με τη δυνατότητα αποθήκευσης της ενέργειας από ΑΠΕ.
Πρέπει να γίνει σαφές ότι όσο δεν υπάρχει δυνατότητα αποθήκευσης της ενέργειας από τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας τότε, όταν κλείνουν μονάδες του λιγνίτη, όταν κλείνει η δυναμικότητα του λιγνίτη, αναγκαστικά πρέπει σε ένα βαθμό να αυξηθεί η δυναμικότητα της παραγωγής από το φυσικό αέριο. Γιατί είναι οι θερμικές μονάδες αυτές που καλύπτουν τα κενά των ΑΠΕ όταν δε λάμπει ο ήλιος ή δεν φυσάει ο άνεμος.
Αυτό δεν προβλέπεται να έχει γίνει μέχρι το 2028. Γιατί; Όχι γιατί έχει να κάνει με τις δικές μας προθέσεις ή με τις προθέσεις του ΣΥΡΙΖΑ ή με τις προθέσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Γιατί, όπως, λένε αυτοί που ασχολούνται με τα συστήματα αυτά, δεν θα είναι οικονομικά βιώσιμο μέχρι το 2028 το να έχεις αποθήκευση σε τόσο μεγάλη έκταση και κλίμακα. Βεβαίως ξεκινάμε με την αποθήκευση, ενισχύεται. Μακάρι να μπορούσαμε να είχαμε αύριο τα πάντα από ΑΠΕ και με αποθήκευση, αλλά ποιο είναι το κόστος; Το κόστος είναι πάρα πολύ υψηλό, γι΄ αυτό χρειάζεται χρόνος.
Η διάταξη που λέει ότι, ως το 2028 επιτρέπεται η καύση του λιγνίτη και μετά απαγορεύεται, έχει μια σιωπηρή υπόθεση. Έχει την υπόθεση ότι, έως το 2028 θα έχει λήξει η κρίση του φυσικού αερίου. Γι’ αυτό δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι, όμως, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι. Και επειδή συνέπεσε το μεγαλύτερο μέρος της επαγγελματικής μου ζωής, πριν την πολιτική, να έχει να κάνει με διαχείριση κινδύνου και σε χρηματιστήρια εμπορευμάτων, αποφεύγω και απέφευγα πάντα να κάνω προβλέψεις για το ποια θα είναι η οποιαδήποτε τιμή τέτοιου αγαθού.
Αυτό, όμως, που μπορεί να πει κανείς με σιγουριά, είναι ότι οι λόγοι για τους οποίους αυξήθηκε η τιμή του φυσικού αερίου, δεν είναι απολύτως γνωστοί και κατανοητοί αυτή τη στιγμή, όπως πάντα συμβαίνει με τις αγορές. Δεν είναι μόνο ο πόλεμος. Ισχυρίζομαι ότι είναι και η πολιτική της Ευρώπης, κατ’ εξοχήν, για την πράσινη μετάβαση. Γιατί η πολιτική αυτή αυξάνει βραχυπρόθεσμα τη ζήτηση του φυσικού αερίου, καθώς χρειάζεται μονάδες φυσικού αερίου για να παράγουν όσο δεν παράγουν οι ΑΠΕ και ταυτόχρονα, βάζει και ένα χρονικό όριο, πέραν του οποίου δεν θα υπάρχει φυσικό αέριο. Το φυσικό αέριο ορίζεται ως καύσιμο μετάβασης. Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι μετά από την ημερομηνία που θα έχει ολοκληρωθεί η μετάβαση, δεν θα πουλιέται καθόλου φυσικό αέριο. Άρα, είναι ένα σήμα σε αυτούς που το παράγουν, να μην κάνουν επενδύσεις, να μην αυξάνουν την προσφορά, δηλαδή.
Όταν, λοιπόν, σε ένα αγαθό, όπως είναι το φυσικό αέριο, αυξάνεις βραχυπρόθεσμα τη ζήτηση και βάζεις ένα ταβάνι στην προσφορά, περιορίζεις την προσφορά, τι θα συμβεί; Θα εκραγεί η τιμή του. Αυτό συνέβη και δεν ξέρουμε πότε θα σταματήσει αυτό.
Άρα, πρέπει για να είμαστε ασφαλείς, να έχουμε ανοιχτές τις επιλογές και του λιγνίτη, ειδικά, μάλιστα, όταν έχουμε και μια μονάδα, όπως η Πτολεμαΐδα 5, η οποία είναι μια σύγχρονη μονάδα που δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμα και της οποίας το αποτύπωμα το περιβαλλοντικό, δεν θα έχει καμία σχέση με αυτό που είναι σήμερα τα λιγνιτικά εργοστάσια. Περίπου ενάμιση τόνο διοξειδίου του άνθρακα παράγουν για κάθε μεγαβατώρα τα σημερινά εργοστάσια, κάπου 900 κιλά – τα λέω καλά κύριε Υπουργέ; – θα παράγει η Πτολεμαΐδα 5. Γιατί, λοιπόν, τόση πρεμούρα να κλείσουμε την Πτολεμαΐδα 5 μαζί με τα άλλα εργοστάσια, πριν να έχει αποσβεστεί αυτή η τόσο υψηλής αξίας επένδυση;
Προχωρώ στο άρθρο 17 για τα κτίρια, καυστήρες, κλπ.
Λέτε, λοιπόν, πως από το 2025 και μετά απαγορεύεται η πώληση και εγκατάσταση καυστήρων πετρελαίου. Έχω την πεποίθηση, κύριε Υπουργέ, ότι και εδώ βιαζόμαστε λίγο. Εν πάση περιπτώσει, είμαστε ταχύτεροι και αυστηρότεροι από τις περισσότερες χώρες της Ευρώπης. Το πρόγραμμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν προβλέπει τέτοιου είδους απαγόρευση, τα δε περισσότερα κράτη – μέλη επιβάλουν την απαγόρευση αυτή σε νέα κτίρια, που ασφαλώς και πρέπει να ισχύει. Και μάλιστα, εδώ η αγορά μας έχει προλάβει, γιατί πράγματι, νέα κτίρια με καυστήρες πετρελαίου, σχεδόν δεν υπάρχουν. Όμως, τι γίνεται με τα κτίρια τα υφιστάμενα; Τι γίνεται με τους καυστήρες που υπάρχουν; Αν χαλάσει, μετά το 2025 θα υποχρεώσουμε την πολυκατοικία να βάλει αντλίες θερμότητας; Πώς θα καλυφθεί το κόστος;
Στο σχέδιο νόμου που είχε βγει στη διαβούλευση, είχατε – και ορθά – μια διάκριση μεταξύ περιοχών που έχουν δίκτυο φυσικού αερίου και περιοχών που δεν έχουν. Αυτή η διάκριση έφυγε τώρα. Πώς αντιμετωπίζουμε, κατά τον ίδιο τρόπο, το πρόβλημα αυτό στα νησιά και στην ηπειρωτική χώρα; Πιστεύω ότι δεν είναι σωστό.
Όσον αφορά στο άρθρο 21 και την πολύ ωραία πρωτοβουλία για τα νησιά, το GR-eco Islands. Σύνολο δράσεων προβλέπονται και θεσμικό πλαίσιο για να ενισχύονται οι δράσεις για την μετάβαση των νησιών στην κλιματικά ουδέτερη οικονομία.
Στο άρθρο 21, όμως, προβλέπεται κάτι που εμένα, προσωπικά, μου προκαλεί κάποιες ανησυχίες, κύριε Υπουργέ. Προβλέπεται η δυνατότητα να ορίζεται από το Υπουργείο ανάδοχος των μελετών που χρειάζονται, ο οποίος θα τις αναλάβει και θα τις κάνει με δικά του έξοδα, βεβαίως και όχι με δαπάνες του Υπουργείου.
Ξέρετε όμως, μπορεί εδώ να μην μοιράζεται δημόσιο χρήμα άμεσα. Μπορεί όμως να μοιραστεί έμμεσα. Γιατί ο ανάδοχος της μελέτης μπορεί να μην πήρε λεφτά, άρα τούτο αναφέρεται ευθέως, προδιαγράφει όμως ποιο θα είναι το μέλλον κάποιου νησιού, ή ομάδας νησιών. Και εδώ, ξέρετε, πιστεύω ότι αυτό, δεν μπορούμε να το εμπιστευθούμε στις επιτροπές που προβλέπονται, γιατί προφανώς δεν είναι μια αυθαίρετη απόφαση και στο άρθρο όπως το έχετε διατυπώσει. Γιατί προσωπικά, πιστεύω, ότι δεν είναι οι επιτροπές των ειδικών και των σοφών που καταλήγουν στα καλύτερα για την οικονομία αποτελέσματα ,αλλά είναι ανταγωνισμός. Πρέπει λοιπόν να υπάρχει στη συνέχεια να προβλέπεται και δεν το βλέπω επαρκώς, θα σας ακούσω με μεγάλη προσοχή σε αυτό, θα πρέπει να προβλέπεται στη διαδικασία, πως αυτά τα οποία έχει προδιαγράψει ο ανάδοχος της μελέτης, πως είμαστε βέβαιοι ότι είναι αυτά που είναι τα αποτελεσματικότερα οικονομικά.
Δυο λόγια, γιατί δεν θέλω να κάνω κατάχρηση. Κλείνοντας, η μετάβαση στην κλιματικά ουδέτερη οικονομία προϋποθέτει συμμετοχή της κοινωνίας. Της κοινωνίας η οποία έχει πληγωθεί από την ενεργειακή κρίση και χρειάζεται να δείξουμε σε όλους τους ανθρώπους τη φροντίδα της πολιτείας, την προσοχή της πολιτείας. Γιατί δεν πρέπει να αντιληφθούν τη μετάβαση προς την κλιματικά ουδέτερη οικονομία, ως ένα πρόσθετο κόστος στην καθημερινότητά τους, ως κάτι που δυσκολεύει τη ζωή τους.
Σας ευχαριστώ πολύ. Τα υπόλοιπα στην Ολομέλεια.»