Ομιλία Μ. Βολουδάκη στην Ολομέλεια στο σχέδιο νόμου για ΑΔΜΗΕ

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η συζήτηση για το δίκτυο της μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας κυριαρχείται από το σύνηθες πνεύμα των συζητήσεων στον τόπο μας για τα όρια μεταξύ κράτους και αγοράς, μεταξύ κράτους και ιδιωτών. Κυριαρχείται μάλιστα και από ζητήματα τα οποία δεν μπαίνουν στην ίδια την καρδιά του θέματος, γιατί κυριαρχείται -με ευθύνη κυρίως της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, αλλά γενικότερα της Αριστεράς- από ζητήματα που έχουν να κάνουν με τα εργασιακά των εργαζομένων στις επιχειρήσεις, τις σήμερα ονομαζόμενες σήμερα ΔΕΚΟ, το οποίο είναι κάτι που βεβαίως θέλει κουβέντα και είναι και σεβαστά τα δικαιώματα των εργαζομένων, αλλά δεν είναι η καρδιά του θέματος.

Ξέρετε, είναι σεβαστά και τα δικαιώματα των εργαζομένων και η θέση τους στις ΔΕΚΟ, αλλά σε όλη αυτήν τη συζήτηση δεν μπορεί να ξεχνάμε ότι αυτές οι θέσεις εργασίας είναι θέσεις υποστηριζόμενες, χρηματοδοτούμενες από φορολογούμενους οι οποίοι σε πολλές περιπτώσεις είναι και άνεργοι σήμερα πλέον.

Εδώ δεν είναι η καρδιά του θέματος. Πολλοί προσεγγίζουν το ζήτημα -ιδιαίτερα, ξαναλέω, από την πλευρά της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης- με έναν τρόπο τόσο παρωχημένο που πραγματικά με ξενίζει. Ακούω διαρκώς να επανέρχεται το ζήτημα τού αν το κράτος κάνει κάποια πράγματα καλά ή δεν τα κάνει, από ανθρώπους που φαίνεται να ξεχνάνε -επικαλούμενοι μάλιστα το παράδειγμα των τηλεπικοινωνιών- πόσους μήνες ήθελε κανείς πριν λίγα χρόνια για να αποκτήσει τηλέφωνο στο σπίτι του. Ακόμα και αυτό το παράδειγμα των τηλεπικοινωνιών έρχεται στην κουβέντα σήμερα.

Βλέπω μία άλλη διάσταση επίσης, τη διάσταση των διεθνών συγκρίσεων. Βλέπω κάποιοι να έχουν θυμηθεί τώρα ξαφνικά τις Ηνωμένες Πολιτείες και να λένε: «ξέρετε, στις Ηνωμένες Πολιτείες το δίκτυο είναι δημόσιο» και κάποιοι άλλοι να τους αντιτείνουν ότι «ναι, αλλά στη Βρετανία και στην Ισπανία είναι ιδιωτικό».

Εγώ λέω ότι καλά είναι όλα αυτά, αλλά να δούμε τι σημαίνουν στην πράξη, να δούμε ποιο είναι το ουσιαστικό περιεχόμενο όλων αυτών των ρυθμίσεων. Θα πρέπει να λαμβάνουμε υπ’ όψιν μας, ειδικότερα μιλώντας για την ενέργεια στην οποία υπάρχουν πραγματικά πολλές στρεβλώσεις σήμερα εις βάρος του καταναλωτή και της πραγματικής οικονομίας, ότι αυτές οι στρεβλώσεις δεν δημιουργήθηκαν από την αγορά, δεν δημιουργήθηκαν από καμμία ανεξέλεγκτη αγορά. Αυτές οι στρεβλώσεις έχουν δημιουργηθεί από μία σειρά κρατικών παρεμβάσεων, θεσμικών ρυθμίσεων των τελευταίων δεκαετιών σε πολλές από τις οποίες οι σήμερα ωρυόμενοι συνάδελφοι δεν είχαν καμμία αντίρρηση.

Το κράτος, κατά την άποψή μου και κατά την άποψη της παράταξής μου, δεν πρέπει να παράγει προϊόντα και υπηρεσίες παρά μόνο αυτά που είναι δημόσια αγαθά, όπως η παιδεία και η υγεία και πρέπει να ασκεί έλεγχο σε αυτά που ορίζονται ως φυσικά μονοπώλια. Ένα τέτοιο είναι και το δίκτυο της μεταφοράς της ενέργειας.

Πρέπει, λοιπόν, πράγματι να ασκείται δημόσιος έλεγχος. Σε έναν ιδανικό κόσμο, σε έναν κόσμο χωρίς τις δημοσιονομικές και γενικότερα τις δύσκολες οικονομικές συνθήκες που ζούμε σήμερα, θα ήθελα κι εγώ μεγαλύτερο έλεγχο στο φυσικό μονοπώλιο. Όμως ζούμε σε αυτές τις συνθήκες. Το δέντρο στο οποίο φυτρώνουν και ανθίζουν ευρώ, ακόμα δεν έχει φυτρώσει. Υπάρχει στο πρόγραμμα ορισμένων παρατάξεων, αλλά στην πραγματικότητα ακόμα δεν το είδαμε αυτό το δέντρο με τα ευρώ. Άρα, πρέπει να προσαρμοστούμε στις σημερινές πραγματικές συνθήκες.

Γιατί, λοιπόν, πρέπει να ασκείται ο έλεγχος; Λέω ένα προς ένα τα σημεία, κατά την άποψή μου.

Ο έλεγχος στο φυσικό μονοπώλιο της μεταφοράς ενέργειας πρέπει, πρώτα απ’ όλα, να ασκείται γιατί η ενέργεια ως αγαθό πρέπει να μπορεί να παρέχεται σε όλους. Είναι αυτό που ονομάζεται καθολική υπηρεσία. Αυτό, όμως, δεν είναι δουλειά του δικτύου της μεταφοράς της υψηλής τάσης. Αυτό, όπως γνωρίζετε, είναι παρακάτω, είναι στη διανομή κι εν πάση περιπτώσει είναι υποχρέωση που έχει είτε το κράτος είτε ο ιδιώτης από την ευρωπαϊκή νομοθεσία. Άρα, με το σημερινό συζητούμενο νομοσχέδιο δεν τίθεται εν αμφιβόλω, ούτε υπάρχει πρόβλημα στο ζήτημα της παροχής της καθολικής υπηρεσίας.

Το δεύτερο ζήτημα είναι το ζήτημα του κόστους. Εδώ, υπάρχει θέμα στην Ελλάδα. Όμως, τι είναι το θέμα; Το ότι υπάρχει ένας ιδιώτης που καταχράται τη μονοπωλιακή θέση και βάζει πολύ υψηλά τις χρεώσεις της μεταφοράς; Δεν είναι αυτό, γιατί και σήμερα και αύριο τις χρεώσεις της μεταφοράς τις ρυθμίζει μία ανεξάρτητη αρχή, η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας, η οποία μέσα σε ένα πλαίσιο που έχει πολλά προβλήματα σήμερα, έχει επιβάλει πραγματικά, έχει διαχειριστεί ενδεχομένως, ένα σύστημα το οποίο έχει οδηγήσει σε ένα αποτέλεσμα που δεν είναι το βέλτιστο, ένα αποτέλεσμα που πολύ απέχει από το βέλτιστο και πρέπει να αλλάξει. Όμως, αυτό δεν έχει να κάνει με το ποιος είναι ο κύριος του δικτύου. Άλλος ρυθμίζει έτσι κι αλλιώς το πόσο χρεώνεται η μεταφορά κι αυτός είναι η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας.

Ο τρίτος λόγος για τον οποίο είναι αναγκαίο να υπάρχει δημόσιος έλεγχος στο δίκτυο είναι η εθνική άμυνα. Εδώ, πραγματικά ο ιδιώτης δεν έχει λόγο να ασχολείται κι αυτή είναι δουλειά του κράτους. Για τον λόγο αυτό κατέθεσα τροπολογία, κύριε Υπουργέ, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, με την οποία ο κύριος του ΑΔΜΗΕ, η «ΑΔΜΗΕ Α.Ε.», υποχρεώνεται να παρέχει κάθε είδους πληροφορία και διευκόλυνση στις υπηρεσίες του Υπουργείου Εθνικής Αμύνης και του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, ώστε αυτές οι υπηρεσίες να διασφαλίζουν το δίκτυο από κάθε είδους απειλή. Διότι, πράγματι, αυτό δεν είναι δουλειά του ιδιώτη. Όμως και σήμερα, με συνεργασία μεταξύ της ΑΔΜΗΕ και των Ενόπλων Δυνάμεων και των υπηρεσιών ασφαλείας διασφαλίζεται η ασφάλεια. Δεν έχει ενόπλους υπαλλήλους η «ΑΔΜΗΕ Α.Ε.». Αυτό, λοιπόν, με την τροπολογία που κατέθεσα, πιστεύω ότι ρυθμίζεται και σας ζητώ, κύριε Υπουργέ, να την κάνετε δεκτή.

Έκανα μία αναφορά στο ζήτημα του κόστους, το οποίο είναι το μεγάλο πρόβλημα στην ενέργεια σήμερα. Βέβαια δεν συνδέεται ούτε συγχέεται με το ποιος είναι ο κύριος του ΑΔΜΗΕ. Αναφέρθηκα σε στρεβλώσεις δεκαετιών. Αυτή τη στιγμή το κόστος της ενέργειας στην Ελλάδα είναι απαγορευτικά υψηλό για να δημιουργηθούν συνθήκες πραγματικής ανάπτυξης, υψηλό για τους καταναλωτές, υψηλό για τη βιομηχανία.

Πώς έχει προκύψει αυτό; Κατ’ αρχάς, έχουμε μία πολύ μεγάλη αύξηση της παρουσίας των μονάδων παραγωγής των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στο σύστημα, οι οποίες ενισχύονται με το τέλος ΑΠΕ, το οποίο είναι πάρα πολύ υψηλό. Έχουμε ένα μείγμα παραγωγής ενέργειας, από όπου προέρχεται η ενέργεια που παράγεται, το οποίο παραγνωρίζει τον πολύ φθηνό και αξιοποιήσιμο λιγνίτη και τα υδροηλεκτρικά, προς όφελος του φυσικού αερίου και των ΑΠΕ. Η ελληνική οικονομία, ειδικά στις σημερινές συνθήκες, δεν μπορεί να υποστηρίζει άλλο αυτό το κόστος, αυτές τις συνθήκες.

Εδώ, θα πρέπει η Αξιωματική Αντιπολίτευση να καταλήξει τι ακριβώς θέλει, γιατί βλέπω με μια γρήγορη ματιά στις ερωτήσεις στον Κοινοβουλευτικό Έλεγχο ότι άλλοι Βουλευτές της Αντιπολίτευσης ζητούν αύξηση της χρήσης του λιγνίτη, που ρίχνει το κόστος -και καλά κάνουν και συμφωνώ- και άλλοι ζητούν μείωση. Καταλήξτε.

Βέβαια, καταλαβαίνω ότι όταν δεν έχετε καταλήξει φράξιες, συνιστώσες, τάσεις στο αν θέλετε δραχμή ή ευρώ, το να ζητώ να καταλήξετε στο αν θέλετε ή δεν θέλετε λιγνίτη είναι λεπτομέρεια. Για όλους εμάς τους υπόλοιπους, όμως, δεν είναι λεπτομέρεια. Πρέπει να έχουμε μια εθνική στρατηγική που θα διασφαλίσει και την επάρκεια του συστήματος που υπάρχει –καθώς η διαθεσιμότητα σήμερα ισχύει όσο υπάρχει υπερεπάρκεια- αλλά και την ανταγωνιστική λειτουργία, με κόστος που θα επιτρέψει πραγματική ανάπτυξη, κύριε Υπουργέ.

Θα κάνω μόνο μία τελευταία σύντομη αναφορά στην πρόσφατη απόφαση της ΡΑΕ, με την οποία αυξάνεται δραματικά το τέλος των ΑΠΕ, το ΕΤΜΕΑΡ, όπως λέγεται σήμερα.

Κύριε Υπουργέ, η απόφαση της ΡΑΕ, η οποία έχει εφαρμογή από την 1η Μαρτίου, αν δεν γίνουν κάποιες άλλες ρυθμίσεις, σε καμμιά περίπτωση δεν πρέπει να γίνει δεκτή ως έχει. Πρέπει να βρεθεί τρόπος -και εδώ θα είμαστε για να ακούσουμε και να συζητήσουμε τις προτάσεις σας- γιατί δεν χρειάζεται να πω ότι η ελληνική οικονομία δεν μπορεί να αντέξει αυτές τις επιβαρύνσεις.

Σας ευχαριστώ.